TRADUZIONI DI GRAZIA FULCINITI E COSTANTINO NIKAS IN GRECO MODERNO DI MIE POESIE EDITE SULL’ELLADE
GIACOMO GARZYA
L’ELLADE NELL’ANIMA
da Giacomo Garzya, “Solaria”, Napoli 1998, in Giacomo Garzya, “Poesie” (1998-2010), con prefazione di Luigi Mascilli Migliorini, Napoli 2011, M. D’Auria Editore
Μεθώνη
Ένα ονειρικό όραμα
ξυπνάει τη μνήμη
εκεί στο νότο του Μωριά
με περιμένει η Μεθώνη.
Όμορφη Μεθώνη,
φρούριο της Βενετίας
κομπάζεις
επιβλητική στη θάλασσα
άμμος σχεδόν άχρωμη
και διατηρείς την αίσθηση
του χρόνου που πέρασε
εκείνου του ένδοξου
του Άργους, των Μυκηνών,
της Τιρύνθου.
Μεθώνη περήφανη,
του Αγίου Μάρκου
φύλακα,
κράτησες μακριά τις επιθέσεις
του αλαζόνα τσύρκου,
συνεχίζοντας τη δόξα
της Πύλου του Νέστορα,
της Σπάρτης και τον Μυστρά,
της Ολυμπίας της αγριλιάς.
METHÒNI
Una visione onirica
risveglia il ricordo,
laggiù in Morea,
Methòni mi attende.
Methòni la bella,
di Venezia fortezza
ostenti
incombente sul mare
rena quasi incolore
e conservi il sapore
del tempo andato,
quello glorioso
di Argo, Micene e Tirinto.
Methòni superba
di San Marco
la guardia,
a bada tenesti l’offesa
del turco spavaldo,
perpetuando i fasti
della Pilo di Nestore,
di Sparta e Mistrà,
d’Olimpia l’oleastro.
Napoli, 18 dicembre 1993
(trad. di Costantino Nikas)
Δέλφοι
Συ, Φωκίδα
στολισμένη από απειράριθμες
στρεβλωτές ελιές
κάποτε στο βάθος του χρόνου
καλοδέχτηκες
το μαντείο των Δελφών.
Στο ναό του Απόλλωνα
τον υποβλητικά φοτώλουστο
τον ομφαλό έψαξα
όμως τον κάμπο
κάτω τον ελαιώνα
των ανθεκτικών ελιών
στον άνεμο της θάλασσας
βρήκα.
Κοιτάζοντας ξανά
στον ίσκιο του Παρνασσού
τα αιώνια μνημεία
τον ομφαλό
του κόσμου
μάταια φαντάστηκα
με τον ίδιο βασανισμό
εκείνου
που ενώ αγαπάει
δεν βρίσκει ανταπόκριση.
DELFI
Focide
di contorti ulivi
a milioni ornata
un tempo lontano
accogliesti
l’oracolo a Delfi.
Nell’apollineo santuario
di suggestioni dorato
l’omphalòs ho cercato,
ma la sottostante
piana d’ulivi,
d’ulivi coriacei
al vento del mare
ho trovato.
Riguardando
all’ombra del Parnaso
le rovine eteree
l’ombelico
del mondo
ho invano immaginato
con lo stesso tormento
di colui
che pur amando
non viene contraccambiato.
Napoli, 25 dicembre 1993
(trad. di Costantino Nikas)
Μαραθώνας
Μικρός λόφος πράσινος
Από δάφνη και μύρτο,
στητός απέναντι
στη θάλασσα του ευβοϊκού,
θυμίζεις την ανίκητη
φάλαγγα των οπλιτών
που ο Μιλτιάδης
οδήγησε στην παραλία
ενάντια στην υπεροψία
του αχεμενίδη Δαρείου.
Μαραθώνα, νίκη φτερωτή,
πράσινε από δάφνη και μύρτου,
έδωσες την ώθηση
στα πρωτεία ενός πολιτισμού
και παραμένεις έμβλημα
ενός κόσμου
που θέλησε να διαφυλάξει
τις ιερές ελευθερίες του.
MARATONA
Collinetta verde
di lauro e mirto,
che ti ergi di fronte
all’euboico mare,
evochi l’invincibile
falange oplitica
che Milziade
sulla spiaggia trascinò
contro l’arroganza
dell’ achemenide Dario.
Maratona Nike alata,
verde di lauro e mirto,
hai dato l’abbrivio
al primato di una civiltà
e emblema rimani
di un mondo
che serbare ha voluto
le sue sacre libertà.
Napoli, 27 dicembre 1993
(trad. di Costantino Nikas)
Μάνη
Δύναμη, ένα πηγάδι, ένας πύργος
δάκρια ευφορίας
Μάνη δεσπόζεις.
Σπάνια δάκρια
βαθειά σφραγίδα
κρύβεις .
Μόνον έτσι
σφυριλατείς τον πυρακτωμένο
χαρακτήρα σου τον δωρικό.
MÁNI
Spoglio, un pozzo, una torre
lacrime fertili
Mani vagheggi.
Lacrime rare
profondo calcare
nascondi.
Solo così riarso
tempri il carattere,
quello dorico intendo.
Napoli, 12 giugno 1998
(trad. di Costantino Nikas)
Καρδαμύλη
Αναπνοή, απουσία, αεράκι
το τύμπανο της ζωής
κτυπά
στον μικρό κόλπο
με κυπαρίσσια γύρω του
νότες αγάπης
κτυπά
στον σπασμωδικό
θόρυβο της πλατείας.
Κι εσύ, Σπυρίδωνα,
μπροστά στην αρχαία χαράδρα,
έναν κόσμον
που δεν υπάρχει πια
διανέμεις.
Αναπνοή, απουσία, αεράκι
το τύμπανο της ζωής
κτυπά
ο,τιπάει.
KARDAMYLI
Alito, assenza, brezza
il tamburo della vita
batte
nella baietta
di cipressi cinta
note d’amore batte
contro il rumore
spasmodico
della piazza.
E tu
Spyridion,
avanti l’antica gola,
un mondo
che non è più
dispensi.
Alito, assenza, brezza
il tamburo del tempo
batte,
quello che va.
Napoli, 30 giugno 1998
(trad. di Grazia Fulciniti)
Μονεμβασιά
Αν συ περαστικέ ταξιδιώτη
βορειοανατολικό σφύριγμα
ακούς τον αέρα
και τη θάλασσα να σπάζει
ψηλά ανά τα βράχια
βλέπεις
στη Μονεμβασιά μια πόρτα
σκέφτεσαι.
Διάφανος ο ουρανός
διαφανής η ψυχή
τα άστρα
τη μοίρα σου
κινούν
προς άγνωστη κατεύθυνση
κινούν σήμερα.
Όμως κάποτε
προς τα Κύθηρα και τη Δύση
προς την Κρήτη και την Ανατολή
προς την Αθήνα και τη σοφία,
συ, Μονεμβασιά
στον ταξιδιώτη
ήσουν φως και οδηγός.
MONEMVASIA
Se tu viandante di passaggio
sibilo di Nord Est
ascolti
e il mare infrangersi
dalle rovine in alto
guardi
a Malvasia una porta
pensi.
Trasparente il cielo
trasparente l’anima
le stelle
il tuo destino
muovono
verso rotta incognita
oggi muovono.
Ma un tempo,
verso Cerigo e l’Occidente
verso Creta e l’Oriente
verso Atene e la sapienza,
tu Malvasia
al viandante
eri luce e guida.
Napoli, 16 luglio 1998
(trad. di Costantino Nikas)
Θέατρο
Στην ακρόπολη της Αθήνας
στους Δελφούς η στο Άργος
στο λόφο του Τεμενίτης
η πάνω από τη Νάξο, δεν πειράζει
θέατρο της ζωής
θέατρο μιας κακιάς τύχης
θέατρο
θέατρο των απατεώνων
τραγωδία
φάρσα
θέατρο
πολύ θέατρο.
θέατρο, τίποτε άλλο.
TEATRO
Sull’Acropoli di Atena,
a Delfi o Argo,
sul colle di Temenite
o sopra Naxos, non importa
teatro di vita
teatro di mala ventura
teatro
teatro di tartufi
tragedia
farsa
teatro
tanto teatro.
Napoli, 3 agosto 1998
(trad. di Grazia Fulciniti)
F/B LISSOS ΤΗΣ ΑΝΕΚ
Ψηλά από τη γέφυρα προς την πρύμνη,
απόστιλπνή πέτρα
η Ακρόπολη και ο Ναός λάμπουν.
Πιο πέρα πράσινος
ο Λυκαβηττός προστατεύει.
Στο διάχυτο λευκό φως της σελήνης
όμορφες βάρκες
καμαρώνουν.
Στο βάθος πέρα
το ακρωτήρι του Σουνίου διαφαίνεται.
Γαλήνη λάδι, μικρή πνοή
σαν λάδι τηγανιτής
μαρίδας , η θάλασσα
ανάμεσα Αθήνας, Πειραιά
και Χανίων, τσιτσιρίζει.
Ό Σείριος πλαγιά στον ορίζοντα
μετά σιγά σιγά πιο ψηλά,
ανταύγειες ασημένιες, γιρλάντες
φωτών παρατηρεί
και καμιά αστραπή εδώ κι εκεί.
Αρχαία κατεύθυνση ανοίγει η καρίνα
αδυσώπητα κόβει τα κύματα
χωρίς εμπόδια πάει
προς τα Χανιά της Κρήτης
προχωρεί.
Lissos, luna, άστρο φωτεινό
στη βαθειά νύχτα
τριπλή ομόφωνη κίνηση.
Κι εμείς
ξύπνιοι, θαυμάζουμε, πηγαίνουμε.
F/B LISSOS DELL’ANEK LINES
Dall’alto ponte a poppa,
di nitida pietra
Acropoli e Tempio rilucono.
A un passo, il verde
Licabetto protegge.
Al chiaror della luna
scialuppe da cento
fan bella figura.
In fondo alla vista,
Capo Sunion sfuma.
Calma piatta, filo di brezza,
come olio per fritto
di paranza, il mare
tra Atene il Pireo
e Chania, sfrigola,
Sirio china all’orizzonte
poi via via più alta,
riflessi argentei, ghirlande
di luci contempla
e qualche bagliore qua e là.
Rotta antica solca la chiglia,
inesorabile taglia le onde,
senza ostacoli va,
verso Chania di Creta
va.
Lissos, luna, stella lucente,
nella notte piena
triplice moto all’unisono.
E noi,
si veglia, si mira, si vaga.
Pireo – Chania, 5-6 agosto 1998
(trad. di Costantino Nikas)
F/B Β. ΚΟΡΝΑΡΟΣ
Πάμε στην Κάσσο
στην Κάρπαθο.
Ωκεανοί τα κύματα
σπάζουν
στην καρίνα.
Η θάλασσα της Κρήτης
βράζει
από το δυνατό
Μελτέμι.
Σαν άσπρο γλάρος
ραμφίζει την πλώρη.
Ο αιθέρας είναι καθαρός
κι εμείς
γελάμε ευτυχισμένοι.
F/B V. KORNAROS DELLA LANE LINES
Si va a Kassos
a Kàrpathos.
Oceani di onde
si frangono
sulla carena.
Il mare di Creta
ribolle
per l’aspro
Meltemi.
Come bianco gabbiano
beccheggia la, prora.
Il mondo è terso.
E noi,
si ride contenti.
Sitìa – Kàrpathos, 8 agosto 1998
(trad. di Costantino Nikas)
Λευκός Καρπάθου
Σαν κάτω από το απότομο Κάμπι
της Ζακύνθου, ψίχουλα λευκού
ασβεστόλιθου παίζουν στους κόλπους
του Λεύκουγαλανόλευκου.
Παίζουνε με την οπισθόρμησι των κυμάτων,
αλλ΄ όταν η θάλασσα δυνατά
αγριέυει,
από μεταξοτά πέταλαέχει ένας χορός.
Συντριβή κυμάτων μην κοιτάς
μακριά από Καλή Λίμνη
πού περήφανα αρπατικά πουλιά
ανά δύο κάνουν κύκλους στον ουρανό.
Χτυπάν αληθινοί κεραυνοί
ελαφροί σαν θαλασσινός άφρος.
LEFKOS DI KÀRPATHOS
Come sotto Kàmbi scoscesa
di Zante, briciole di chiaro
calcare giocano nelle baie
di Lefkos biancazzurra.
Giocano per la risacca,
ma quando forte il mare
s’increspa,
di petali di seta è danza.
Fragore d’onde non distogli
lo sguardo da Kalì Limni
ove fieri rapaci
a coppie volteggiano.
Veri fulmini in picchiata,
leggeri come schiuma marina.
Arkassa, 11 agosto 1998
(trad. di Grazia Fulciniti)
Απέλλα της Καρπάθου
Κριστάλλινο γαλαζοπράσινο
μεταβαλλόμενο σμαραγδί
όμορφες σειρήνες
προσκαλεί
το νερό της Απέλλας.
Πεύκα απλωμένα πέρα
σκιάζουν
κάτασπρες παραλίες,
όπως οι φοίνικες
του Βάη της Κρήτης.
Απέναντι στο Βορρά
η Ρόδος
μεσημβρινή στον καιρό,
θαλάσσιος βραχίονας
ξεχωρίζει.
APELLA DI KÀRPATHOS
Cristallina turchese
cangiante smeralda
leggiadre sirene
invita
l’acqua di Apella.
Pini a macchia distesi
ombreggiano
candide sponde,
come le palme
di Vai di Creta.
Innanzi a Settentrione
Rodi
meridiana del tempo,
braccio di mare
separa.
Arkassa, 12 agosto 1998
(trad. di Costantino Nikas)
Λιάκωτο
Φορτωμένος βαρειά τις σκέψεις μου
ανεβαίνω απότομες σκάλες
και δεν σκέπτομαι.
Όταν μυρίζω δενδρολίβανο
πονάω από νοσταλγία.
Ό τόπος μου είναι ακόμα μακριά
SOLARIA
Intabarrato dai miei pensieri,
salgo grevi scale
e non penso.
Quando odoro il rosmarino
ho male di nostalgia.
Il mio paese è ancora lontano.
Arkassa, 17 agosto 1998
(trad. di Costantino Nikas)
Διαφάνι της Καρπάθου
Μύγες καφενείου
τσιμπάνε τους αστραγάλους.
Μια γριούλα ντυμένη στα μαύρα
περήφανη καθ’ημάς Ανατολή
φλυαρεί.
Δωρική είναι η γλώσσα
όπως στην άγρια Μάνη
Ένας ταξιδιώτης Old England
κορδόνια μαλλιά
κατεβάζει τζιν τόνικ
απελπισμένος.
Ένας μοναχός, λευκή γενειάδα,
Φρυγικός μάλλινος σκούφος
Στο κουδούνισμα ανέμου βυζαντινού
κάνει το σταυρό του.
DIAFANI DI KÀRPATHOS
Mosche di kafenìon
pizzicano le caviglie.
Vecchia paludata di nero
fiero oriente greco,
ciarla.
Dorica è la lingua
come nel Mani selvaggio.
Viaggiatore Old England
capelli di stoppia
gin tonic tracanna,
disperatamente.
Monaco barba bianca
berretto frigio di lana
allo scampanìo del vento
bizantino si segna.
Mosche di kafenìon
pizzicano
tra scacchi e tavli
chi aspetta la nave,
tra bicchieri di uzo
chi cerca l’oblio.
Il tempo è fermo
a Diafani.
Diafani, 18 agosto 1998
(trad. di Grazia Fulciniti)
Πονεντίνος (δυτικός άνεμος )
Στην ασημένια ακτή
στην αντηλιά
σαν γρήγοροι καλικάντζαροι
θαλάσσια σύννεφα
τρέχουν σαν κύματα.
Δυνατά σφυρίζει
ο Πονεντίνος
και είναι ένα θαυμάσιο
παιχνίδι από πιτσιλιές.
BUNEDIS
Nel sottocosta argenteo
per il controluce,
come folletti a scheggia
nuvole di mare
corrono a fior d’onda.
A raffica sibila
il Ponentino
ed è avvincente
gara di spruzzi.
Kàrpathos, 18 agosto 1998
(trad. di Grazia Fulciniti)
Ιδιοτροπίες του Αιγαίου
Δυνατός ο άνεμος
σκληρή η γη
στρόβιλος το νερό.
Μαγικά φώτα από την κορυφή
του βουνού κατεβαίνουν
για να ενδυναμώσουν τις καρδιές.
Το πεισματάρικομελτέμι
και η συστροφή του νερού
θαμπώνουν τις αισθήσεις,
αλλά δεξιά στρίβει
ο Τιμονιέρης
όλοδεξιά
προς το τέρμα.
CAPRICCI DELL’EGEO
Gagliardo il vento
dura la terra,
come giostra l’acqua.
Luci magiche dal pettine
della montagna scendono
per rinsaldare i cuori.
Ostinato Meltemi
e caos di gorghi
ottundono i sensi,
ma vira a dritta
il Nocchiero
vira a dritta
verso la meta.
Napoli, 30 agosto 1998
(trad. di Grazia Fulciniti)
Μελιδόνι Κυθήρων
Τριγύρω
άσπρα βράχια
χωρίς χρόνο
σκληρά εμπόδια
της ζωής.
Μπροστά
θαλάσσιες διαφάνειες
και, καθρέφτης
των ονείρων,
το Αυγό του μύθου.
Πίσω
ο Άγιος Κοσμάς
ανθρώπινη συνείδηση
και
παραίνεση.
Μέσα στην ψυχή
η αιώνια απεραντοσύνη
ένας κόκκος άμμου.
MELIDONI DI KÍTHIRA
Attorno
bianche scogliere
senza tempo
ostacoli duri
della vita.
Avanti
trasparenze marine
e, specchio
dei sogni,
l’Uovo del mito.
Dietro
Àghios Kosmàs
umana coscienza
e
monito.
Dentro l’anima
infinito eterno
un granello
di sabbia.
Napoli, 5 settembre 1998
(trad. di Costantino Nikas)
da Giacomo Garzya, “Maree”, con prefazione di Giuseppe Galasso, Napoli 2001, in Giacomo Garzya, “Poesie” (1998-2010), con prefazione di Luigi Mascilli Migliorini, Napoli 2011, M. D’Auria Editore
Σε κάθε χαμόγελο ένα δώρο
Και
σ’ ένα απρόσμενο χαμόγελο
φτερωτά θρύψαλα
πάνω σε γαλάζια χαρτιά
στροβιλίζουν σε λωρίδες
σαν πρίσματα πάγου
και στα προτεταμένα χέρια
ανάμεσα σε λυρικούς σωρούς
κάθονται αναπαυτικά σαν δώρο.
A UN SORRISO UN DONO
E
a un sorriso inatteso
alati frammenti
su carte azzurrine
turbinano a falde
come prismi di ghiaccio
e nelle palme protese
tra lirici cumuli
si adagiano in dono.
Napoli, 24 ottobre 1998
(trad. di Costantino Nikas)
Φθινόπωρο
Σχέση λεπτή
έχει το φύλλο
με το κλαδί.
Στο πρώτο φύσημα
πέφτει.
Είναι ακριβώς το ίδιο
όπως είναι και η ζωή
όλων μας ,
μετέωροι
στις ιδιοτροπίες
του ανέμου.
AUTUNNO
Tenue legame
ha la foglia
al ramo.
Al primo soffio
cade.
È tautologico
come lo è la vita
di tutti noi
sospesi
nelle fantasie
del vento.
Napoli, 16 novembre 1998
(trad. di Costantino Nikas)
Λησμονιά
Κάθε πραγματική καρδιά
έχει μέσα της
πολύ βαθειά
ένα βίαιο διαμάντι
για να κόβει.
Είναι αυτό που δεν ξέρει
και δεν καταφέρνει
να συγχωρεί,
εξαιτίας ίσως πληγών
παλαιών
κρούστες στους βράχους
σαν απολιθώματα
αναίσθητα
στοπολυσύνθετο
τηςμνήμης.
DIMENTICARE
Ogni vero cuore
ha dentro
nel più profondo
un diamante aggressivo
da tagliare.
È quello che non sa
e non riesce
a perdonare,
forse per ferite
antiche
incrostate sulle rocce
come fossili
insensibili
allo sfaccettare
della memoria.
Napoli, 27 novembre 1998
(trad. di Costantino Nikas)
Falanga της Ίσκιας
Στο βασίλεμα
στη Falanga
απαλοί χρωματισμοί
κεχριμπαρένιοι
γκριζόσκουροι
και κοκκινωποί
βελουδένιοι κορμοί
απ’ τις Ερήμους του Επομέου
κατηφορίζουν
προς το δάσος
κάτω μέχρι τα τείχη
πάνω από το Forio.
Πολύ καθαρή η ατμόσφαιρα
πάνω από τον Άγιο Στέφανο
και στο Αρχιπέλαγος ,
ο ήλιος
κάνει να εικονίζονται
στις κάθετες παραλίες
φανταχτερές αντανακλάσεις.
Όμως τώρα
είναι η Πόρτα
που γοητεύει,
εκείνη που απ’ τις ακτές
κάνει να πλησιάζουν
στο χώρο της σιωπής
θροΐσματα
στο περιβάλλον
της Falanga.
Επιβλητική είναι η αψίδα
όχι κυκλώπεια
μα με πέτρες ηφαιστείου
ελαφρές και ανθεκτικές
χτισμένες ελληνικά.
Ο Tiziano
ήλιος στις επιφάνειες,
κατάχρηση
σε τέτοιο θέαμα
πεσμένων φύλλων
σε στρώματα
όμως ακόμη με ζωηρό χρώμα
και ζωντανών
θα είχε αποθεώσει
τα χρώματά τους.
Μούσκλα ξαναγεννημένα
από το διαπεραστικός φως
πάνω σε υγρά τοιχώματα
σχεδιάζουν και σφυρηλατούν
αρχαία και σύγχρονα.
Είναι το παιχνίδι
της φύσης.
Η Falanga της μαγείας
ανάμεσα στις πηγές του νερού
για την ξηρασία
και τις αρχαίες τάφους
για τους παγετώνες,
θα μετατραπείς
σε άνθους
της άνοιξης.
(από μια εκδρομή με τον Franco Capezza)
FALANGA D’ISCHIA
Al tramonto
nella Falanga
morbide tonalità
ambrate
grigio brune
e rossastre
di vellutati fusti,
dagli Eremi dell’Epomeo,
digradano
nella boscaglia
giù fino alle mura
sopra Forio.
Ben tersa l’aria
su Santo Stefano
e l’Arcipelago, il sole
fa immaginare
nelle verticali marine
riflessi sgargianti.
Ma ora
è la Porta
che abbaglia,
quella che dai lidi
fa accedere
al mondo del silenzio
dei fruscii,
al mondo
della Falanga.
Imponente è l’arco
non ciclopico
ma con pietre laviche
leggere e robuste
connesse alla greca.
Tiziano,
sole radente,
aduso
a tale spettacolo
di foglie cadute
a tappeti
ma ancora pigmentate
e vive
ne avrebbe cantato
i colori.
Muschi rigenerati
dalla luce filtrante
su pareti umide
disegnano e forgiano
antico e moderno.
È il gioco
della natura.
Falanga d’incanto
tra polle d’acqua
per l’arsura
e antichi fossi
per i nevai,
ti convertirai
ai fiori
della primavera.
Napoli, 8 dicembre 1998
[da una escursione con l’amico
ischitano Franco Capezza]
(trad. di Costantino Nikas)
Παιχνίδια
Κυλούν τέσσερα ζάρια
στο λιθόστρωτο του κόσμου
αναπηδώντας στις γωνίες
του φόβου μη χάσουν
ανάμεσα στην αγάπη και το μίσος
ανάμεσα στη ζωή και το θάνατο
ανάμεσα στο θάρρος
και την απελπισία.
Όμως στην άνιση ισορροπία
της ύπαρξης,
πέρα από την περίπτωση,
μπαίνουν στο παιχνίδι,
μπίλιες χρωματιστές
γυάλινες
μικρές και μεγάλες
με τις οποίες έρχεται η νίκη
για μια καλή συνείδηση
κι΄ έναν καλό θάνατο.
GIOCHI
Rotolano quattro dadi
sui selciati del mondo
rimbalzano agli angoli
della paura di perdere
tra amore e odio
tra vita e morte
tra coraggio
e disperazione.
Ma nel librarsi diseguale
dell’esistenza,
oltre il caso,
entrano in gioco
biglie colorate
di vetro
piccole e grandi
con cui si vince
per una buona coscienza
e una buona morte.
Napoli, 26 dicembre 1998
(trad. di Costantino Nikas)
Serapo
Γιαδιαθλασμένη ανταύγεια
άμμος χρώματος καουτσούκ
ελαστική και τεντωμένη
από θαλασσινή όσμωση
όστρακα
εκτεθειμένα
στο φως του ηλίου
φαναράκι στο κύμα.
Σιγά σιγά πιο απαλή
η λάμψη πάνω στο νερό
εκρήγνυται ο ήλιος
μαζί, αιφνίδια
αύρα από τη γη
διακόπτει τη θαλπωρή.
Κρυώνουν οι καρδιές
όμως στον ορίζοντα
αδυσώπητη
η μεγάλη πυρωμένη μπάλλα
ετοιμάζεται
για την αιώνια βουτιά
πολύ ζεστή
για το βάθος
του Ωκεανού.
Στο καταφύγιό μας
γυρίζουμε θλιμμένοι
για το χαμένο ηλιοβασίλεμα.
SERAPO
Per riverbero rifratto
sabbia colore caucciù
elastica e tesa
dall’osmosi marina
gusci di conchiglie
esposte
alla luce solare
lucignolo sull’ onde.
Pian piano smorzandosi
il brillìo sull’acqua
esplode il sole
insieme, improvvisa
brezza da terra
rompe il tepore.
Hanno freddo i cuori
ma all’orizzonte
inesorabile
la gran palla di fuoco
si prepara
all’eterno tuffo
caldissima
per la profondità
dell’Oceano.
Nel nostro riparo
torniamo tristi
per il mancato crepuscolo.
Napoli, 6 gennaio 1999
(trad. di Costantino Nikas)
Χρώματα του χρόνου
Στην πολυποίκιλη αλλαγή
των εποχών του χρόνου
ετοιμόρροπων φύλλων
μάζεψα ζεστασιά
και μαζί θάνατο.
Νερό ψυχρό του μαρμάρου
στη θέα προσφέρει
τρομερές μικρογραφίες
και έξοχα έργα
από μαύρες μάζες γης
από γυμνά κλαδιά
από ασημένιες ομίχλες.
Να ο τροχός του κόσμου
αιώνιος κύκλος πολύτιμα πετράδια ανοίγει
και στην Pantalica
νεκρόπολη διαφόρων λαών
όλα ανθίζουν
στο γλυκό φως
της άνοιξης.
Και το καλοκαίρι
πιο σίγουρη η θάλασσα
ξανάρχεται ενθαρρυντικά.
Ο αρχέγονος φόβος νικημένος
τα νερά οργώνονται
με δίχτυα και βάρκες
και είναι θρίαμβος
δυνατών χρωμάτων.
COLORI DEL TEMPO
Nel variopinto mutare
delle stagioni del tempo
di foglie caduche
ho colto calore
e insieme morte.
Acqua freddo marmoreo
alla vista offre
orridi scorci e sublimi
fatti di nere masse di terra
di rami spogli
di argentee brume.
Ma ruota del cosmo
ciclo eterno gemme apre
e a Pantalica
necropoli di varie genti
tutto fiorisce
alle dolci luci
della primavera.
E d’estate
più sicuro il mare
rassicurante ritorna.
L’atavica paura vinta
le acque si solcano
con reti e barche
ed è trionfo
di forti colori.
Napoli, 10 luglio 2000
(trad. di Costantino Nikas)
Pizzolungo του Κàπρι
Ασημένιες σπίθες
καταπραΰνουν
το νερό της θάλασσας,
φυλλωτά κλαδιά άγρια
γκρεμούς
όχι πάντοτε
κρύβουν
στον φθίνοντα ήλιο.
Στο Pizzolungo
το βράδυ αργά
η αύρα τρυπάει
την ανήσυχη ψυχή
των θαρραλέων όρθιων
και δυνατών βράχων
το καταφύγιο των γλάρων
των ανθρώπων το βάσανο.
PIZZOLUNGO DI CAPRI
Scintille d’argento
chetano
l’acqua marina,
fronde selvagge
dirupi
non sempre
nascondono
al sole calante.
A Pizzolungo
la sera scesa
la brezza punge
l’anima inquieta
di arditi scogli
e alti e robusti
di gabbiani il rifugio
d’uomini il tormento.
Capri, 29 ottobre 2000
(trad. di Costantino Nikas)
Ηλιοβασίλεμα στο Posillipo
Φυσάει ο άνεμος
κόκκινα σύννεφα
πίσω από Παυσίλυπο
σαν κλαδιά
λυγίζουν.
Η έκσταση στη θέα
τις κόρες των ματιών διαστέλλει
στον περιορισμένο χώρο
της μεγάλης μας
ύπαρξης.
TRAMONTO SU POSILLIPO
Sbuffi di vento
nuvole rubre
dietro Posillipo
come rami
torcono.
L’estasi alla vista
le pupille dilata
nello spazio finito
del nostro
grande essere.
Napoli, 9 novembre 2000
(trad. di Costantino Nikas)
Conca dei Marini
Θάλασσα μαγεμένη
την απόκρημνη ακτή αγναντεύει
ενώ ο λίβας
τον αρχαίο πύργο
προκαλεί.
Είναι αγώνας
χωρίς κανόνες
ανάμεσα στον αφρό
των κυμάτων
και
τη λάμψη των βράχων.
Κι όταν το νερό
φουσκώνει
ακόμη και το πράσινο
των θάμνων γύρω
διαποτίζεται από σένα
θάλασσα μαγεμένη.
(από μια συζήτηση με την φίλη
Laura Liguori)
CONCA DEI MARINI
Mare incantato
la falesia mira
mentre il libeccio
la Torre antica
sfida.
È lotta
senza quartiere
tra schiuma
d’onde
e
nitore di rocce.
E quando l’acqua
si gonfia
anche il verde
della macchia
di te s’imbeve
o mare incantato.
Napoli, 22 novembre 2000
[da una conversazione con
l’amica Laura Liguori]
(trad. di Costantino Nikas)
da Giacomo Garzya, “Passato e presente”, Napoli 2002, in Giacomo Garzya, “Poesie” (1998-2010), con prefazione di Luigi Mascilli Migliorini, Napoli 2011, M. D’Auria Editore
Vanni
Έχω στα χέρια μου
άμμο
φερμένη
από τον άνεμο
άμμο της Σαχάρας
άμμο ώχρα
ενός φίλου
που δεν μπορώ
ναξεχάσω.
VANNI
Ho nelle mani
sabbia
seminata
dal vento
sabbia
del Sahara
sabbia ocra
di un amico
che non posso
dimenticare.
Napoli, 20 giugno 2001
(trad. di Costantino Nikas)
Στιγμές
I
Στον όρμο
δυο ασημένια
φώτα.
Η θάλασσα ανάβει
στο ηλιακό
λαμπύρισμα,
από εδώ
μεθυσμένος
τον ορίζοντα βλέπω
μόνο.
II
Το φως θαυμάζει
της θάλασσας
ο γλάρος
που πετάει σύριζα
πάνω από το βράχο
κατακόρυφο
το πέταγμα
στο μαγικό νερό
κατσαρωμένο από σένα.
III
Αλλάζει χρώμα ο βράχος
στο χλιαρόαπόγευμα
πάλλεται το νερό
πράσινο και μπλε και διαυγές
σχεδόν όπως οι κορφές
των θάμνων
ανάμεσαουρανού και γης
ανάμεσα θάλασσας και ουρανού
μαζί συγκεχυμένοι.
IV
Δέσμες φωτός
σαν κάλυκας
στο χρόνο που φεύγει
στον ορίζοντα
μια άσπρη γραμμή
πάνω στη θάλασσα
ψυχρή από αγάπη
περιμένει.
Σαν ξεπετάγματα
μικρών
γλάρων αιωρούμενων
ασβεστώδεις μαιάνδρους
εξερευνούν
περήφανοι.
ATTIMΙ
I
Sulla baia
due luci d’argento.
Il mare s’accende
nel solare brillìo,
da qui
inebriato
l’orizzonte guardo
solo.
II
Mira la luce
del mare
il gabbiano
che vola radente
sulla scogliera
strapiomba
nel volo
sull’acqua fatale
increspata di te.
III
Cangiante la roccia
nel meriggio tiepido
palpita d’acqua
verde e blu e limpida
quasi come gli arbusti
di sopra
tra cielo e terra
tra mare e cielo
insieme confusi.
IV
Fasci di luce a calice
col tempo che passa
all’orizzonte
una linea bianca
sul mare
fredda d’amore
aspetta.
Come vagiti
di bimbi
gabbiani libranti
meandri calcarei
esplorano
pieni di sé.
Capri, 3 febbraio 2002
(trad. di Costantino Nikas)
Αυγή
Αστραφτερή
στις στιγμές
της ζωής μας,
γι’ αυτόν που μένει ξύπνιος
αιώνια επιστροφή
είσαι
άλλοτε ροδοκόκκινη
άλλοτε γαλάζια
άλλοτε άμμος διάσπαρτη
ελπίδα
μιας ευτυχισμένης μέρας.
Αστραφτερή ζωή
Φρέσκιας δροσιάς
τα ραντισμένα μάτια
τα μάτια μου.
ALBA
Fulgida
nei momenti
della nostra vita,
per chi veglia
eterno ritorno
sei
ora vermiglia
ora azzurra
ora sabbia soffusa
speranza
di un radioso giorno.
Fulgida vita
di fresca rugiada
gli occhi aspergi,
gli occhi miei.
Napoli, 15 febbraio 2002
(trad. di Costantino Nikas)
Πανσέληνος
Θνητώνλύπες
και ανθρώπινη χαρά
ζωής
πανσέληνε
ξαγρυπνάς
σαν
σε σπίτια ζωντανά
από φώτα
πάνω σε μαύρες κηλίδες
της γης
πάνω σε αγάπες
συντριμμένες
ή σε τράχηλους .
Η τροχιά σου
τη δίκη μας διαδρομή
σ’ αυτή τη φευγαλέα
ζωή
κυνηγάει.
Ευμετάβλητη
κυκλική
αρμονική
τους κτύπους
της καρδιάς μας
κανονίζεις
ομόφωνα.
PLENILUNIO
Mortali affanni
e umana gioia di vivere
luna piena vegli
come
su case vivide di luci
su macchie nere di terra
su amori infranti
o in nuce.
Il tuo orbitare
la nostra corsa
in questa vita fugace
insegue.
Mutevole
ciclica
armonica
il battito
dei nostri cuori
regoli
all’unisono.
Napoli, 25 aprile 2002
(trad. di Costantino Nikas)
Υδρούντας
Με τρεις άψιδες
Η κρύπτη
άραβο-γοτθικός
ο ρόδακας
εσύ
μητέρα Εκκλησία
την ύβρη
των αλόγων
του Αχμέτ Πασά
υπέστης
εσύ
τα οστά
των μαρτύρων
διασώζεις.
Για την πίστη
του Σταυρού
οκτακόσιοι
έπεσαν νεκροί
από το σπαθί
οκτακόσιοι
οι μάρτυρες
στο λόφο
της Αθηνάς.
OTRANTO
Triabsidata la cripta
arabo-gotico il rosone
tu
o Chiesa madre
l’onta dei cavalli
di Acmet Pascià
subisti
tu
le ossa dei martiri
preservi.
Per la fede
nella Croce
ottocento
i passati
a fil di spada
ottocento
i martiri
sul colle
della Minerva.
Napoli, 9 maggio 2002
(trad. di Costantino Nikas)
Σαλέντο
Στον πατέρα μου
Κόκκινη γη
λεπτή επιφάνεια
στον λαμπερό
ασβεστόλιθο
ελιές
ευδοκιμούν σε σένα
από θαλάσσιους
ανέμους
λοξές
όπως τα φιδωτά
ρυάκια
των βουνών.
Αναδυόμενα
βράχια
dolmen
menhir
ξεπροβάλλουν
από τη θάλασσα
οι βραχώδεις σπηλιές
χορδές
του βάθους
ακουμπάς
εκείνες
των πατέρων
των προγόνων.
SALENTO
A mio Padre
Terra rossa
strato sottile
su candido calcare
ulivi
alligni in te
da ventate marine
torti
come i rivoli scomposti
dei monti.
Emergenti
pietre
dolmen
menhir
affioranti dal mare
le grotte rupestri
corde del profondo
tocchi
quelle
dei padri
dei padri.
Napoli, 19 maggio 2002
(trad. di Costantino Nikas)
Punta Caruso
Εσπερινά
τα χρώματα
πορτοκάλι
γαλάζιο
παντού
το ηλιακό φάσμα
στρόβιλος
στο νου
με γόνιμη φαντασία
θαυμάζοντας
το παθιασμένο
πόθο
όποιου αγαπάει
την επιθυμία
της γαλήνης.
PUNTA CARUSO
Crepuscolari
le tinte
arancio
indaco
su tutte
lo spettro solare
turbina
nella mente
immaginifica
contemplando
l’ardore
appassionato
di chi ama
il desiderio
di quiete.
Napoli, 24 maggio 2002
(trad. di Costantino Nikas)
Ελληνικό τραγούδι
Οι μελωδίες στο μυαλό
ρέουν
απροσδόκητα
σαν μέλι Ταΰγετου,
μεταξύ Λακωνίας και Μεσσηνίας
άφησα μια σκληρή καρδιά.
Ο άγριος μανδύας
ένα τραγούδι
εμπνέει
από φύλλα και λουλούδια
μία μελωδία.
CANTO GRECO
Melodie
nella mente
scivolano
inaspettate
come miele
del Taigeto,
tra Laconia
e Messenia
rude cuore
posto.
L’aspro manto
un canto
ispira
di foglie
e fiori
un armonioso
canto.
Napoli, 8 giugno 2002
(trad. di Grazia Fulciniti)
Ζειν
Ζεινσημαίνει
να περπατάς
μαζί
μια ζωή
με τον φίλο
που τη βαθειά έννοια
της ύπαρξης
σιωπηλά
συμμερίζεται.
Στην ταλαιπωρία
της νύχτας
της ζωής
στην ευτυχία
μέχρι τη γαλήνη
του θανάτου.
VIVERE
Vivere è
camminare
insieme
un’esistenza
con l’amico
che le profondità
dell’essere
in silenzio
condivide.
Nella sofferenza
della notte
della vita.
nella felicità
sino alla quiete
della morte.
Napoli, 25 giugno 2002
(trad. di Costantino Nikas)
Παλίρροιες
Κλεψύδρες
γύρω
μες τη βαθειά
νύχτα
ας τρέξουν
ώστε να συντρίψουν
το σκληρό τσόφλι
που έχω μέσα μου.
Ελεύθερα
τα μάτια
από τις παρωπίδες,
ρεύματα δίνης
ροές
και αναρροές
στις κλεψύδρες μου
να ζήσω θάθελα.
MAREE
Clessidre
giro
nella notte
fonda
interminabile.
Acqua
sabbia
scorrano
purché macerino
il mallo coriaceo
che è in me.
Liberi
gli occhi
dalle bende,
correnti vorticose
flussi
e riflussi
nelle mie clessidre
vivere vorrei.
Napoli, 14 novembre 2002
(trad. di Costantino Nikas)
da Giacomo Garzya, “Il mare di dentro”, con prefazione di Patricia Bianchi, Napoli 2005, in Giacomo Garzya, “Poesie” (1998-2010), con prefazione di Luigi Mascilli Migliorini, Napoli 2011, M. D’Auria Editore
Ελληνικό Ιόνιο
Αν μπορούσα να πιάσω
μόνο με τη ψυχή μου
το κενό
μεταξύ του ενός νησιού και του άλλου,
θα γέμιζα με το νερό
που χρειάζομαι
να σβήσω την αγάπη
που καίει μέσα μου
όσο πλέω στο Ιόνιο
μεταξύ Κέρκυρας και Ζακύνθου
μέχριταΚύθηρα.
JONIO GRECO
Potessi appropriarmi
solo con l’anima
del vuoto
tra un’isola
e l’altra,
sarei colmo dell’acqua
di cui ho bisogno
per spegnere l’amore
che in me brucia
nel solcare lo Jonio
tra Corfù e Zante,
sino a Citera.
Bari – Patrasso, 27 luglio 2003
(trad. di Grazia Fulciniti)
Μονεμβασιά, επιστροφή
Επιστρέφοντας εδώ
ότανη ανάμνηση είναι ωραία
σε κυριεύει ξανά.
Εδώ στο Κάστρο
όλα έχουν αλλάξει
ακόμη και οι πέτρες,
όπως και το χρώμα
με το φως της ημέρας
και του βραδιού.
Η ζωή με έφερε
σε αυτή την ακτή
που δεν είναι ποτέ η ίδια
όπως το ποτάμι που ρέει.
Τώρα φυσάει δυνατός άνεμος
και δεν λυγίζει
ένα πλήθος
άγριων σκόρδων
που στέκονται
ανάμεσα στον γκρεμό
και τον σιδερένιο βράχο,
από τον οποίο
σταγόνες αμβροσίας αναβλύζουν
στα γαλαζοπράσινα μάτια σου,
έτσι σήμερα τα βλέπω
σαν αυτά μιας νύμφης
που η θάλασσα τυλίγει
εδώγύρω.
MONEMVASIA, UN RITORNO
Ritornare sui luoghi
quando è bello il ricordo
ti misura di nuovo.
Qui nel Kastro
tutto è mutato
anche le pietre,
come il colore
con la luce del giorno
e della sera.
La vita ha portato
a questo lido,
mai uguale a se stesso,
come il fiume che scorre.
Ora tira il vento forte
e non doma
moltitudini
di agli selvatici
ritti
tra le scogliere
e il roccione ferroso,
da cui sgorgano
stille d’ambrosia
sui tuoi occhi turchesi,
così oggi li vedo,
come quelli di ninfa
che il mare avvolge
qui attorno.
Monemvasia, 29 luglio 2003
(trad. di Grazia Fulciniti)
Σπουργίτια
Σπουργίτια
χοροπηδούν ελεύθερα
κάτω από τον ψηλό βράχο
σε πέτρες συνδεδεμένες
για πολύ καιρό.
Ψάχνουνγια ψίχουλα
σαν κόκκους σιταριού
ενώ εμείς σκεφτόμαστε
για τη ματαιότητα των πραγμάτων.
PASSERI
Passeri
saltellano
sotto l’alta rocca
liberi
su pietre connesse
in tempi lontani.
Cercano briciole
della consistenza
di un grano
mentre noi si pensa
alla futilità delle cose.
Monemvasia, 31 luglio 2003
(trad. di Grazia Fulciniti)
Αγαύη
Πώς θα μπορούσα να σε ξεχάσω
στις παραλίες του Καψαλιού;
Έχεις μια πολύ μικρότερη
δεύτερη ζωή,
εσύ όμως αντιστέκεσαι
με τις κίτρινες βελόνες σου
στημέθητουΜιστράλ.
ÀGAVE
Come dimenticarti
sulle baie di Kapsali?
Hai una seconda vita,
molto più breve,
ma resisti
con i tuoi aghi gialli
all’ebbrezza del maestrale.
Chora (Kìthira), 1 agosto 2003
(trad. di Grazia Fulciniti)
Φώτα και σκιές
Αραιώνει
το ζεστό φως
πάνω στον θάμνο
απόπαστέλπράσινα γαϊδουράγκαθα
ηλιοκαμένα.
Στο μισοφέγγαρο
βλέπεις έναν φοίνικα
και από την αψίδα του καφενείου
που κόβεται στο κέντρο
τον ορίζοντα της θάλασσας,
που κατακτά το μυαλό
όσων το συλλογίζονται,
λεπτό σαν μπλε λεπίδα.
LUCI E OMBRE
Dirada
la luce calda
sulla macchia
d’ arbusti verdepastello
di cardi bruciati dal sole.
All’apice della mezzaluna
vedi una palma
e dall’arco del kafenìon
tagliato al centro
l’orizzonte del mare,
che la mente sovrasta
di chi contempla,
sottile come lama d’azzurro.
Chora (Kìthira), 1 agosto 2003
(trad. di Grazia Fulciniti)
Η σκιά
Είναι μεσημέρι
ακριβώς.
Πού είναι
η πρωτόγονη ψυχή μου;
Θα επιστρέψει
σε λίγο
με τη μυρωδιά
της θαλάσσιας ρητίνης.
Μη φοβάσαι τη σκιά σου,
αν έχεις καλή συνείδηση,
σου κάνει συντροφιά,
και μη κρύβεσαι
από τον μεσημεριανό ήλιο
από φόβο
μην την χάσει.
L’OMBRA
È mezzogiorno
in punto.
Dov’è
la mia anima primitiva?
Tra qualche istante
tornerà
con il profumo
di resina marina.
Non temere la tua ombra,
se hai una buona coscienza,
ti è di compagnia,
e non nasconderti
al sole di mezzogiorno
per la paura
di perderla.
Diakofti, 2 agosto 2003
(trad. di Grazia Fulciniti)
Κοκουβάγια
Ανάμεσα στις φυλλωσιές
ένα κομμάτι φεγγαριού
ρίχνει ματιές.
Το προφίλ της
όπως το δικό σου
σε ασημένιο κόσμημα
είναι παρόν
αν και το ένστικτο
του νυχτερινού αρπακτικού
που τα βλέπει όλα
και τα αρπάζει γρήγορα
κυριαρχεί μέσα σου.
CIVETTA
Tra il fogliame
uno spicchio di luna
occhieggia.
Il suo profilo
come il tuo
sui monili d’argento
ricorre
benché in te prevalga l’istinto
del predatore notturno
che tutto vede
e in fretta afferra.
Chora (Kìthira), 3 agosto 2003
(trad. di Grazia Fulciniti)
Χώρα της Κύθηρα
Η έντονη μυρωδιά
του γιασεμιού σου
διαταράσσει τον ύπνο
αλλά ακόμη περισσότερο την αγρυπνία.
Ακόμα και τα σπίτια είναι λευκά
με μπλε κουφώματα και παραθυρόφυλλα
όπως ο καθαρός αυγουστιάτικος ουρανός σου,
καθαρός από τον αδιάκοπο άνεμο.
Λευκά τα αστέρια της `Αρκτου,
που σε οδηγούν
εκεί στη κυματιστή θάλασσα
εκεί πού γεννήθηκε
για πρώτη φορά
η Αφροδίτη.
Λευκή η ημισέληνος
στη φρουρά της οποίας
βρίσκεται το κάστρο
με την πόρτα που ανοίγει
σε όσους θέλουν να ονειρευτούν.
CHORA DI KÌTHIRA
Il profumo intenso
dei tuoi gelsomini
turba il sonno
e ancor più la veglia.
Bianche anche le case
con infissi e battenti azzurri
come il tuo cielo terso d’agosto,
terso per il vento incessante.
Bianche le stelle dell’Orsa,
che ti guidano
lì sul mare increspato
lì dove nacque
la prima volta
Afrodite.
Bianca la luna crescente
alla cui guardia
è il castello
dalla porta che s’apre
a chi vuole sognare.
Chora (Kìthira), 3-4 agosto 2003
(trad. di Grazia Fulciniti)
Θυμάμαι την Κάρπαθο
Ομίχλες
καλύπτουν τις πλευρές του βουνού
με θλίψη
αλλά στις κορυφές
ο ελεύθερος άνεμος φυσάει
στα λευκά πανιά
των κουρασμένων μύλων
μόνο αν σταματήσουν.
Το σφύριγμα
τώρα του σιρόκο τώρα του μιστράλ
κυριαρχεί σε δύο αντικριστούς κόλπους
και αλέθει ανθρώπινο σπέρμα.
RICORDANDO KÀRPATHOS
Brume
soffondono di tristezza
i fianchi del monte
ma sui crinali
venti liberi soffiano
su vele bianche di mulini
stanchi solo se fermi.
Il sibilo
ora scirocco ora maestrale
domina due contrapposti
seni di mare
e macina umana semenza.
Napoli, 11 ottobre 2003
(trad. di Grazia Fulciniti)
Φαλάσαρνα
Η διαφάνεια της θάλασσάς σου
είναι στη λευκότητα του φόντου
σαν αυτή των ματιών του Ίκαρου
είναι βαθιά μέσα μας
να είμαστε ελεύθεροι.
Δεσπόζει πάνω σου ένας βράχος ξερός
που έχει το αρχαίο χρώμα της άμμου σου,
που συχνά φυσάει στο πλάϊ
και ανεπαίσθητα κλείνει τους πόρους
κόβει την ανάσα
κλείνουντα βλέφαρά σου
στο όνειρο του πύρινου δίσκου,
για να βουτήξεις μπροστά στο κρητικό πέλαγος.
FALÀSARNA
La trasparenza del tuo mare
è nel biancore del fondo
come quella degli occhi d’Icaro
è nel profondo del nostro essere
liberi.
Ti sovrasta una roccia arida
dal colore arcaico della tua
sabbia,
che spesso soffia di taglio
e finissima copre i pori
ferma il respiro
chiude le palpebre
nel sogno del disco di fuoco,
che è per immergersi dinanzi
nel mare di Creta.
Kíssamos, 10 luglio 2004
(trad. di Grazia Fulciniti)
Μπάλος
Απέναντι από τη Γραμβούσα
το σιωπηλό φρούριο βρίσκεται
Μπάλος, κόλπος πολλών χρωμάτων,
πληγωμένος από πίσσα
πληγωμένος από άνθρωπο.
Αυτό κάνει θλιβερήτη μνήμη
του τι ήσουν
γιατί, αν η άμμος και ο άνεμος
τον όλεθρο καλύψουν αλλού,
το βραχώδες στρώμα
της λιμνοθάλασσάς σου
παραμένει άθικτο στον πόνο του.
Ίσως για αυτόείσαι
πιο αγαπητός σε μένα,
και τις χειμωνιάτικες καταιγίδες
θα εμπιστευτώ
για να καθαρίσουν την ροζκρούστα,
σιγά σιγά όπως συμβαίνει και σε εμάς .
BALOS
Di fronte a Gramvousa,
fortezza silente,
è Balos, la baia dai tanti
colori,
dal catrame ferita
ferita dall’uomo.
Ciò rende pietoso il ricordo
di ciò che eri
perché, se sabbia e vento
lo scempio coprono altrove,
la crosta rocciosa della tua
laguna
rimane intatta nel suo dolore.
Forse per questo a me sei più
cara,
e d’inverno in inverno
nelle tempeste confiderò
ché la crosta rosa depurino,
un poco alla volta
come avviene per noi.
Kíssamos, 12 luglio 2004
(trad. di Grazia Fulciniti)
Άγχος
Ισχυρό αγχολυτικό είναι το νερό,
γιατί αλλιώς θα είχαμε
γεννηθεί εκεί σαν την Αφροδίτη μπροστά
στο Καψάλι;
Γιατί η τίγρης σμέρνα
με επιθετικά δόντια
όταν το καμάκι βλέπει,
βγαίνει από το κρυψώνα,
ανοίγει το στόμα και δεν αποφεύγει
τον βέβαιο και εύκολο θάνατο;
Γιατί κυνηγάει και δεν αγχώνεται
μήπως γίνει θήραμα.
Αυτό δεν ισχύει για τον άνθρωπο
που αντιτίθεται στην επίθεση
και αν ενδώσει στο καμάκι
είναι γιατί έτσι γράφτηκε.
Αλλά αν το άγχος προστατεύει
προκαλεί και πόνο:
να λοιπόν νερό,
γάλα και μέλι
κρασί από σταφύλι
κολύμπιστηθάλασσα.
SULL’ANSIA
Potente ansiolitico è l’acqua,
altrimenti perché vi saremmo
nati come Afrodite di fronte
a Kapsali?
Perché la murena tigrata
dall’aggressiva chiostra dei
denti, quando l’arpione vede,
dalla tana esce,
la bocca apre e non scappa
a sicura e facile morte?
Perché caccia e di esser preda
non ha l’ansia.
Non così è per l’uomo
che all’attacco si oppone
e se cede all’arpione
è perché così era scritto.
Ma se l’ansia protegge,
procura anche dolore:
ecco allora l’acqua,
il latte e il miele
il vino dell’uva
le nuotate nel mare.
Kapsàli, 15 luglio 2004
(trad. di Grazia Fulciniti)
Άνεμος και θάλασσα
Ακούγοντας τις νότες του ανέμου,
τις δίνες στον αέρα
την άμπωτη και τη ροή της θάλασσας,
που σφυρηλατεί τα βότσαλα με τέχνη,
απολαμβάνεις τη σύνθεση.
Οι μικρές λευκές εκκλησίες στους κόλπους
εκπλήσσουν με τη διαύγειά τους
και αναστέλλουν στον αιθέρα
την κρίση για τον άνθρωπο.
Τώρα οι ριπές του βορειοανατολικού ανέμου
γίνονται πιο έντονες νότες,
και ο καθένας τις ακούει
διαφορετικά,
ο ποιητής τις συνδέει
με τη μοίρα του.
IL VENTO E IL MARE
Ascoltare le note del vento
i mulinelli nell’aria
il flusso e riflusso del mare,
che forgia i ciottoli ad arte,
è godere la sintesi.
Chiesette bianche sulle baie
colpiscono per il loro nitore
e sospendono nell’etere
il giudizio sull’uomo.
Ora le folate del grecale
aprono a note più nette,
ognuno le coglie in modo
diverso,
il poeta le associa al proprio
destino.
Kapsali, 16 luglio 2004
(trad. di Grazia Fulciniti)
Διακόφτι
Αν ο άνεμος
καταφέρει να σβήσει
τη μνήμη
για να την σπρώξει αλλού,
σημαίνει ότι το γίγνεσθαι είναι.
Είναι ζωή
δεν είναι πια μια σύμβαση του πριν
του τώρα
του μετά.
Εν τω μεταξύ ο άνεμος σπρώχνει
σύμφωνα με την έμπνευση
της πυξίδας του.
DIAKOFTI
Se il vento
è in grado di estinguere
il ricordo
per spingere altrove,
vuol dire che il divenire è.
È vita
non convenzione del prima
del presente
del dopo.
Intanto il vento continua
a spingere
secondo il capriccio della
sua rosa.
Diakofti, 27 luglio 2004
(trad. di Grazia Fulciniti)
da Giacomo Garzya, “Pensare è non pensare”, con prefazione di Eugenio Mazzarella, Napoli 2009, Bibliopolis
Κομμένο λουλούδι
Το χαμόγελό σου
Το δικό σου χαρούμενο τραγούδι
λείπουνσε πολλούς.
Ξεκάθαροείχεςτο νόημα
τηςζωής
και ανέβαινετο μαρτύριο σου
για τηδιάχυτη αδικία
για τη στοργή δίχως ανταπόκριση,
εσύ τόσο ηλιακή κ` όμορφη.
Αγάπη ήταν η ζωή σου
σαν δροσερόνερό,
που καθαρίζει από το κακό.
Ξεκάθαρη είχες την ουσία
τηςανθρώπινης φύσηςκαι φρόντιζες
για να μπορεί
καλύτερη να γίνει.
Τώρα που το σύμπαν έχει ηρεμήσει
μπορείς να κοιτάς
τα αγαπημένα αστέρια, τα δικά μας αστέρια
της Ζακύνθου και της Μονεμβασιάς,
θα είσαι για πάντα στις καρδιές
όλων
για της αγάπης τοταπεινό παράδειγμα
πουμαςέδωσες, Fanny, κόρη μου.
UN FIORE RECISO
Il tuo sorriso
il tuo gioioso canto
a tanti mancano.
Ben chiaro avevi il senso
della vita
e lievitava il tormento tuo
per l’ingiustizia diffusa
e per i non ricambiati affetti,
tu così solare e bella.
L’amore era nel tuo vivere,
come acqua fresca di fonte,
che purifica dal male.
Ben chiara avevi l’essenza
dell’umana natura e agivi
perché potesse in meglio
mutare.
Ora serena l’universo puoi
contemplare,
le stelle che amavi, le nostre
stelle di Zante e Monemvasia,
ma sempre resterai nel cuore
di tanti,
per l’umile esempio d’amore,
che hai dato, Fanny, figlia mia.
Cetara, 24 febbraio 2008
(trad. di Grazia Fulciniti)
da Giacomo Garzya, “Il viaggio della vita”, Napoli 2010, in Giacomo Garzya, “Poesie” (1998-2010), con prefazione di Luigi Mascilli Migliorini, Napoli 2011, M. D’Auria Editore
Ωραίες αναμνήσεις
Fanny, ζω μαζί σου στο Αιγαίο,
πάντα μαζί σου, πολλές αναμνήσεις
και οι μύγες του καφενείου,
που μας τσιμπούσαν τους αστραγάλους,
εσύ να διαβάσεις, εγώ να γράψω,
σε μια Διαφάνι χωρίς χρόνο,
αλλάγεμάτηφως.
BEI RICORDI
Fanny, vivo con te nell’Egeo,
sempre con te, tanti ricordi
e le mosche di kafenìon,
che ci pizzicavano le caviglie,
tu a leggere, io a scrivere,
in una Diafàni senza tempo,
ma piena di luce.
Napoli, 19 gennaio 2009
(trad. di Grazia Fulciniti)
Μύκονος
Σήμερα, στα μάτια μου,
το εκτυφλωτικό λευκό σου
ασβέστη,
εκθαμβωτικός ασβέστης
των εκκλησιών και των σπιτιών
βαμμένος με πολλά μπλε,
ασβέστης τόσο δυνατός
όσο ο άνεμος,
που εδώ εκμηδενίζει τις αισθήσεις
και το μυαλό.
Όλα είναι ακίνητα και όλα
κινούνται μπροστά στην Τήνο
και από την Τήνο τα συγκλονιστικά
κύματα, που μας κάνουν
να αντιλαμβανόμαστε τον χρόνο,
που περνά αμείλικτα,
σαν ηλιακό ρολόι, που οδηγεί
τη σκιά του μέλλοντος μας,
ενώ σημαδεύει το παρελθόν
του πόνου και της χαράς,
τώρα του Χάροντα τις ψυχές
μεταφέρουν στον δυνατό
αέρα,
μεταξύ Πανόρμου και Βαΐου,
τώρα παρακολουθούν τα βήματά μας
στη θάλασσα, στη Δήλο που δεσπόζει
από ιερές μνήμες,
Άγιος Ιωάννης, Πλατύς Γιαλός
και Καλαφάτης,
πού βασιλεύει ο πιο ήρεμος άνεμος
και η ανάγκη για ησυχία.
Όλα είναι ακίνητα και όλα
κινούνται μπροστά στην Τήνο
και από την Τήνο τα συγκλονιστικά
κύματα, που μας κάνουν
να αντιλαμβανόμαστε τον χρόνο,
που περνά αμείλικτα,
σαν ηλιακό ρολόι, που οδηγεί
τη σκιά του μέλλοντος μας,
ενώ σημαδεύει το παρελθόν
του πόνου και της χαράς,
τώρα του Χάροντα τις ψυχές
μεταφέρουν στον δυνατό
αέρα,
μεταξύ Πανόρμου και Βαΐου,
τώρα παρακολουθούν τα βήματά μας
στη θάλασσα, στη Δήλο που δεσπόζει
από ιερές μνήμες,
Άγιος Ιωάννης, Πλατύς Γιαλός
και Καλαφάτης,
πού βασιλεύει ο πιο ήρεμος άνεμος
και η ανάγκη για ησυχία.
Σήμερα, στα μάτια μου,
το άγονο χρώμα,
άγονο για μια γη χωρίς νερό
και βασίλειο περιπλανώμενων βοσκών,
θάμνοι καμένοι από τον ήλιο,
με νότιο βλέμμα, στη Νάξο,
στον κήπο που ανθίζει με νερό.
MYCONOS
Oggi, negli occhi,
il tuo bianco accecante
di calce,
calce viva e abbagliante
di chiese e di case ornate
di tanti blu,
calce viva, forte
come il vento,
che qui annichilisce i sensi
e la mente.
Tutto è fermo e tutto
si muove di fronte a Tinos
e da Tinos i cavalloni
imperiosi, che ti fanno
percepire il tempo, che
inesorabile scorre,
come meridiana, che guida
l’ombra del nostro futuro,
segnando il passato di dolori
e gioie,
ora di Caronte le anime
a traghettare, nel vento
furioso,
tra Panormos Bay e
Baios Island,
ora di noi a guardare i passi
sul mare, tra Delo incombente
di sacre memorie,
Agios Ioannis, PlatiYialos
e Kalafatis,
regni del vento più calmo e del
bisogno di quiete.
Oggi, negli occhi, il tuo brullo
colore,
brullo di una terra senz’acqua
e regno di erranti pastori,
sterpi bruciate dal sole,
che guardano a sud, Naxos,
verde giardino d’acqua fiorito.
Myconos, 12-19 luglio 2010.
(trad. di Grazia Fulciniti)
da Giacomo Garzya, “Un anno”, con prefazione di Silvana Lucariello, Napoli 2013, M. D’Auria Editore
Ίκαρος
Για την Daniela Pergreffi
Και ο Ίκαρος πέταξε στον αέρα
και ο Ίκαρος αναζήτησε τη μέθη στο κενό
και ο Ίκαρος είχε κάτω του τη θάλασσα
και τα νησιά και τα βουνά και τις ομίχλες ,
όλη την Παγγαία είχε στα πόδια του
και εκείνος έπεσε στους γκρεμούς των σύννεφων
και εκείνος έπεσε και πνίγηκε στη φουρτουνιασμένη θάλασσα,
αλλά η πτήση του έμεινε αιώνια ανάμεσα στους ανθρώπους,
και για σένα, φίλη μου, που τραγουδάς
τους επαίνους και την τόλμη του σε ένα θαυμαστό μέταλλο,
που δεν έχει ακόμη οξειδωθεί από τον χρόνο.
ICARO
A Daniela Pergreffi
E Icaro si librò nell’aria
e Icaro cercò ebbrezza nel vuoto
e Icaro ebbe sotto di sé il mare
e le isole e i monti e le nebbie,
la pangea tutta ebbe ai suoi piedi
e egli cadde negli strapiombi di nuvole
e egli cadde e annegò nel mare increspato,
ma il suo volo restò eterno fra gli uomini,
anche per te amica mia, che ne canti
le lodi e l’audacia su una lamiera mirabile,
non ancora ossidata dal tempo.
Napoli, 1 marzo 2013
(trad. di Grazia Fulciniti)
Ψυχή
Πάνω σε πολύτιμο μετάξι ξαπλωμένη απαλά
στο γυμνό, λαμπερό της σώμα,
που τρέμει, που καίγεται από έρωτα,
από αμέτρητο έρωτα,
η Ψυχή δεχόταν την αγκαλιά του Έρωτα,
στο ηλιοβασίλεμα ο εναγκαλισμός
μέχρι την αυγή ο εναγκαλισμός,
ακόμα και πρίγκιπες δεν επιτρεπόταν
να κοιτάξουν τους θεούς κατάματα,
αλλά εκείνη παρανόμησε και έχασε τον Έρωτα της
ενώαλλέγρο, λάργο, αλλέγρο,
των βιολιών σου, Ορφέα, προανήγγειλε
την άνοιξη και η Περσεφόνη
άφηνε τον Άδη για να αναπνεύσει
τα αρώματα των λουλουδιών.
Και τι δεν έκανε η Ψυχή
για να αγαπήσει τον Έρωτα,
μέχρι που ήπιε την αμβροσία
και όπως η Αφροδίτη έγινε αθάνατη
και αγκάλιασε για πάντα
τον Έρωτα της.
PSICHE
Su sete pregiate mollemente adagiata,
nel suo nudo corpo splendente,
fremente, arso d’amore,
d’incommensurabile amore,
Psiche accoglieva l’abbraccio di Eros,
era al tramonto l’amplesso
fino all’alba l’amplesso,
neanche ai principi era consentito
guardare in volto gli dèi
e ella mancò e lo perse il suo amore,
mentre l’allegro, il largo, l’allegro
dei tuoi violini, Orfeo, annunciava
la primavera e Persèfone
lasciava Ade per respirare
i profumi dei fiori.
E cosa non fece Psiche
per amare Amore,
finché non bevve l’ambrosia
e come Afrodite divenne immortale
e riabbracciò per sempre
il suo amore.
Napoli, 9 marzo 2013
(trad. di Grazia Fulciniti)
Ευρυδίκη
Ο άνεμος είναι χαλασμός σήμερα
και τις σκέψεις στα πιο μακρινά μέρη
μεταφέρει, εκεί όπου ξεθωριάζει
η πραγματικότητα και όλα είναι αιθέρια,
εκεί όπου η ελαφρότητα της ύπαρξης
σε οδηγεί να φανταστείς τον βαθύ
Άδη και τα χλωμά ασφοδέλια ανθισμένα
σε μια λήθη μακριά από τον Τάρταρο
και τα Ηλύσια Πεδία, σε μια χώρα
τυλιγμένη σε ομίχλες, όπου εσύ,
Ευρυδίκη, είσαι καταδικασμένη να περιπλανιέσαι
μακριά από κάθε αγάπη, από τον δικό σου
έρωτα, σημαδεμένη από μια πικρή και σκληρή
μοίρα, που σε
άρπαξε δύο φορές από τη ζωή,
γιατί δύο φορές ήταν γραμμένο
να πεθάνεις.
Ό άνεμος δεν ησυχάζει σήμερα
και το βρυχηθμό της θάλασσας είναι
η δική σου αιώνια, απελπισμένη κραυγή.
EURIDICE
Il vento è un finimondo oggi
e i pensieri nei luoghi più lontani
trasporta, là dove svanisce
la realtà e tutto è etereo,
là dove la leggerezza dell’essere
ti porta a immaginare l’Ade
profondo e i pallidi asfodeli in fiore,
in un limbo lontano dal Tartaro
e dai Campi Elisi, in una terra
circonfusa di nebbie, dove tu
Euridice sei condannata a vagare
lontana da ogni amore, dal tuo
amore, segnata da un destino
amaro e crudele, che ti ha
strappata due volte alla vita,
perché due volte era scritto
che tu dovessi morire.
Il vento non si quieta oggi
e il ruggito del mare è il tuo
eterno disperato urlo.
Napoli, 18 marzo 2013
(trad. di Grazia Fulciniti)
da Giacomo Garzya, “Pettirosso”, con prefazione di Maria Rosaria Compagnone, Napoli 2015, M. D’Auria Editore
Σίφνος
Το εκτυφλωτικό λευκό
των σπιτιών
και των πολλών εκκλησιών και παρεκκλησιών
βαμμένων με γαλάζιο
ρίχνει φως μέχρι τις αρχές του βραδιού,
έπειτα σε κάθε περιοχή του νησιού
μια φάτνη από φώτα,
και κάτω από τον κυκλαδίτικο ουρανό
με καθαρά, αγνά αστέρια
γίνεται κουβέντα
μέχρι το τέλος του τσουγκρίσματος
των ποτηριών και του σιωπηλού μπρος-πίσω
των γατών.
SIFNOS
Il bianco accecante
delle case
e di tante chiese e chiesette
coronate d’azzurro
è fino al limitare della sera,
poi in ogni contrada dell’isola
un presepe di luci,
e sotto il cielo cicladico
fatto di stelle nitide e pure
si chiacchiera
fino a quando cessa il tintinnio
dei bicchieri e il via vai silenzioso
dei gatti.
Apollonía, 4 agosto 2015
(trad. di Grazia Fulciniti)
Καμάρες
Η σιωπή της νύχτας
είναι απόλυτη,
τώρα σπασμένη από το λάλημα
των πετεινών,
το τρεμούλιασμα των φώτων
η πράσινη λάμψη του φάρου
κάνουν το νερό καθρέφτη
εδώ στις Καμάρες,
όπως σε μια μυριάδα όμορφων
μικρών λιμανιών,
που μπορείς να συναντήσεις
στις θάλασσες της Ελλάδος.
KAMÀRES
Il silenzio della notte
è assoluto,
rotto ora dai canti dei galli
e il tremolio delle luci
il lampeggiare verde del faro
rendono uno specchio l’acqua
qui a Kamàres,
come in una miriade di graziosi
piccoli porti,
che puoi incontrare nei mari
dell’Ellade.
Kamàres, 5 agosto 2015
(trad. di Grazia Fulciniti)
Κυκλάδες
Το ευγενικό πρόσωπο των νησιών σας ,
ω Κυκλάδες,
βρίσκεται στην πραότητα εκείνων που ζουν εδώ
για χιλιετίες,
πάνω σε μια τραχιά πέτρα
που έχει μαλακώσει από τις ελιές,
από τους ανθισμένους θάμνους
και από τα άσπρα γένια των Παπάδων,
που ψάλλουν τον τάφο του Χριστού
και τους άγιους βυζαντινής μνήμης.
Ό άνεμος, που κινεί δυνατά τα φτερά
των αρχαίων μύλων,
από νησί σε νησί φέρνει μαζί του
το πνεύμα όλων, σβήνει τη δίψα
και ζωντανεύει τα πάντα, σαν τον ασβέστη
των σπιτιών και τα έντονα χρώματα των λουλουδιών.
CICLADI
Il gentile volto delle tue isole,
o Cicladi,
è nella mitezza di chi da millenni
qui vive, su una pietra aspra
dagli ulivi addolcita, da arbusti fioriti
e dalle barbe bianche dei Papas,
che cantano il sepolcro di Cristo
e i santi di bizantina memoria.
Il vento, che spinge forte le pale
di antichi mulini,
da un’isola all’altra porta in sé
lo spirito di tutti, spegne l’arsura
e rende tutto più vivo, come la calce
delle case e i colori violenti dei fiori.
Kamàres, 11 agosto 2015
(trad. di Grazia Fulciniti)
Κάστρο Σίφνου
Κάστρο
στην καρδιά,
τα σκαλοπάτια των σπιτιών,
ο λαβύρινθος του Μινώταυρου,
η θάλασσα και το εκκλησάκι
προς τον Ποσειδώνα,
η Πάρος προβάλλεται
καθώς και η μικρότερη Αντίπαρος
και η Σέριφος πίσω από το Ακρωτήρι,
όλα είναι μαγικά στα βραδινά φώτα.
KÀSTRO DI SIFNOS
Kàstro
fin dentro al cuore,
le scalette delle case,
il labirinto del Minotauro,
Il mare e la chiesetta
in fondo a Poseidone,
Paros incombente
come Andíparos piú piccola,
e Sérifos dietro il Capo,
tutto è magia alle luci
della sera.
Kàstro, 11 agosto 2015
(trad. di Grazia Fulciniti)
da Giacomo Garzya, “I sassi parlano”, con prefazione di Anna Esposito, Napoli 2016, Iuppiter Edizioni
Ηρώ και Λέανδρος
Δεν είναι ο μακρινός Ελλήσποντος
που ανάγκασε την αγάπη να διασχίσει
κάθε βράδυ
αλλά το κανάλι της Πρότσιντα,
από την Πούντα ντέλλαΛίνγκουα
ως το ΚάποΜισένο,
δύο μίλια περίπου,
ο βυθός είναι ρηχός
στα αβαθή της Μασσαλίας
και σε αυτά του Πύργου,
πάντως ρηχός,
και όταν η θάλασσα μουρμουρίζει,
είναι όλος ένας στρόβιλος,
και τα πλοία βυθίζονται στις δίνες.
Ένα θλιμμένο βράδυ με αέρα
δεν ενώθηκαντα σώματα
γιατί μια πνοή
έσβησε τη λάμπα
μόνο μια πνοή
από τα χέρια σου, Ηρώ,
ιέρεια και νύφη μου.
Για μένα ήταν νύχτα αληθινή,
το σκοτάδι του θανάτου στα κύματα
και στις αμμουδιές της Μιλισκόλα,
κ’εγώ λιπόθυμος
εγώ Λέανδρος, ο έρωτας σου.
Τα ρούχα σου μάζεψαν
συμπόνοια το κεφάλι μου
και το ελαφρύ σου σώμα,
εσύ, ιέρεια αγαπημένη
από εμένα και την Αφροδίτη,
από μεγάληθλίψη καταβεβλημένη,
έπεσε, με την θέλησή σου,
από τον φάρο,
που εκεί βρίσκεται
για να θυμάσαι
μια αγάπη μεγάλη, γλυκιά
και τρυφερή.
ERO E LEANDRO
Non l’Ellesponto lontano
mi costrinse l’amore
ogni sera a attraversare,
ma il Canale di Procida,
da Punta della Lingua
a Capo Miseno,
un paio di miglia,
il fondale basso
alla Secca di Marsiglia
e a quella del Torrione,
comunque basso,
che quando il mare mugghia,
è tutto un vortice,
e le navi a picco tra i gorghi.
Una triste sera di vento
non si congiunsero i corpi,
ché un soffio
la lucerna spense,
solo un soffio
dalle tue mani Ero,
sacerdotessa e mia sposa.
E per me fu notte vera,
il buio della morte tra i flutti
e sulle sabbie di Miliscola,
io esanime
io Leandro, il tuo amore.
Le tue vesti raccolsero
pietosamente il mio capo
e il tuo corpo leggiadro,
tu sacerdotessa cara
a me e a Afrodite,
da grande dolore invaso
precipitò, per scelta tua,
dal faro,
che è lì per ricordare
un amore grande, dolce
e gentile.
Napoli, 15 maggio 2016
(trad. di Grazia Fulciniti)
da Giacomo Garzya, “Delos. Poesie (2015-2019)”, con prefazione di Enzo Santese, Napoli 2020, Iuppiter Edizioni
Δήλος
Και τα δελφίνια σε ζευγάρια
χόρεψαν στην επιφάνεια του νερού,
βασιλικά όπως ο ναός
της θεάς Ίσιδας, με τους αστραφτερούς
κίονες από παριανό μάρμαρο.
Ο γρανίτης και το μάρμαρο στη Δήλο
ήταν κυρίαρχοι
και όλα ήταν μια
προσευχή στους θεούς, πρώτα
στον Απόλλωνα και την Άρτεμη,
μετά στον Ερμή και Αφροδίτη,
μέχρι τους θεούς της Συρίας
και τον θεό των Εβραίων.
Ειρηνικά έζησε η Δήλος
για πολλούς αιώνες,
αλλά ήρθε η μοιραία ημέρα,
που Μιθριδάτης βεβήλωσε τα πάντα
με σίδερο και φωτιά
και οι πέτρες ξανάγιναν πέτρες,
αλλά σήμερα μέσα τις παραμένει
το πνεύμα των ναών
και μπορείς να νιώσεις
την ιερά μεγαλοπρεπή οδό
που εξακολουθεί
να χτυπιέται
από τον θεϊκό άνεμο.
Η Δήλος, ιερό νησί,
όπου κανείς δεν μπορούσε
ούτε να γεννηθεί
ούτε να πεθάνει.
DELOS
E i delfini a coppie
danzarono a fiord’acqua,
regali come il tempio
alla dea Iside, dalle colonne
di marmo pario splendenti.
Il granito e il marmo a Delos
furono sovrani
e tutto voleva essere una sola
preghiera agli dei, prima solo
Apollo e Artemide,
poi Mercurio e Afrodite,
fino alle divinità siriache
e al dio degli ebrei.
In pace visse Delos
per molti secoli,
ma venne l’infausto giorno,
in cui Mitridate profanό
tutto
col ferro e col fuoco
e le pietre tornarono
a essere pietre,
ma in esse oggi permane
lo spirito dei templi
e la via sacra maestosa
la senti ancora battuta
dal vento divino.
Delos, l’isola sacra,
dove non si poteva nascere,
né si poteva morire.
Delos, 31 luglio 2017
(trad. di Grazia Fulciniti)
Ο άνεμος
Οι μύλοι
υποτάσσονταν στη δύναμη του ανέμου
και ο Δον Κιχώτης δεν μπορούσε να τους
πολεμήσει, επειδή δεν ήταν δράκοι,
αλλά τόσοι πολλοί άντρες πολλαπλασιασμένοι
επί εκατό.
Ο αέραςκαταλάγιαζε τη ζέστη
και ο ήλιος χτυπούσε λιγότερο, δεν βρισκόμασταν
στη Μαντσία, αλλά σε ένα νησί των Κυκλάδων,
σε έναν κύκλο σφυροκοπημένο
από τον βορειοανατολικό άνεμο σε μια καλοκαιρινή
μέρα,
όταν οι έρωτες ωριμάζουν σαν στάχυα σιταριού.
IL VENTO
I mulini
erano proni alla forza
del vento e don Quijote
non poteva combatterli,
perché non erano draghi,
ma tanti uomini moltiplicati
per cento.
Il vento placava l’arsura
e il sole picchiava di meno,
non si era nella Mancha,
ma in un’isola cicladica,
in un cerchio sferzato
dal vento di nord-est,
in un giorno d’estate,
quando gli amori maturano
come le spighe di grano.
Mykonos, 1 agosto 2017
(trad. di Grazia Fulciniti)
da Giacomo Garzya, “È la vita”, Villanova di Guidonia 2024, Aletti Editore
Το δικό μου LOCUS AMOENUS
Βλέποντάς σε απροσδόκητα,
το βέλος του έρωτα
στο πλευρό σου ήταν ένα σοβαρό τραύμα
που μου έκανε να χάσω την πραγματικότητα, τη λογική,
δεν μπορώ πια να επιβιώσω,
τόσο που θα ήθελα να σε δω ξανά,
ω γυμνή σύγχρονη Άρτεμις,
να λούζεσαι στοΜελιδόνι, η μικρή
μου μαγευτική ακτή,
ακριβώς απέναντι από το Αυγό,
όπου γεννήθηκε η Αφροδίτη,
εσύ μεταμορφωμένη στο μυαλό μου,
το αγγελικό πρόσωπο,
το τέλειο στήθος στα νερά
του μύθου, το πορφυρό κοκκίνισμα
στο βλέμμα μου, όπως όταν
ο ήλιος χτυπά τα λευκά σύννεφα,
και αν μια μέρα επιστρέψεις
σε εκείνη τη μαγεία για να χαιρετήσεις
τα λείψανά μου,
γιατί εκεί θα ήθελα
τον τάφο μου από άμμο,
θα έχεις συμπόνια για μένα,
που δεν σε είχα και πέθανα,
και, στη μνήμη μου,
θα αφήσεις μια λευκή ορχιδέα,
αυτή που ανθίζει τη Μεγάλη Παρασκευή.
Il MIO LOCUS AMOENUS
Nel vederti inattesa,
la tua freccia d’amore
nel costato fu grave ferita
da perder la realtà, il senno,
da non poter più sopravvivere
senza il tuo ricordo,
così che vorrei vederti di nuovo,
ignuda Diana moderna,
bagnarti a Melidoni, la mia
piccola baia incantata,
proprio di fronte all’Uovo,
dove nacque Afrodite,
tu trasfigurata nella mia mente,
il volto angelico,
il seno perfetto tra le acque
del mito, il rossore purpureo
alla mia vista, come quando
il sole colpisce le bianche nubi,
e se un giorno tu tornassi
in quell’incanto a salutare le mie
spoglie,
perché è lì che vorrei
il mio tumulo di sabbia,
nutrirai compassione per me,
che non ti ebbi e ne morii
e, in mio ricordo,
lascerai un’orchidea bianca,
quella che fiorisce il Venerdì Santo.
Trieste, 7 aprile 2023
(trad. di Grazia Fulciniti)
Αρέθουσα
Της ημέρας που γεννιέται,
τα πρώτα φώτα
μου είναι πιο αγαπητά,
έχουν το χρυσάφι στο στόμα
του χαμόγελού σου, Αρέθουσα,
στην Άρτεμη αφιερωμένη
ανοιχτά μαλλιά, χρυσά
σαν το σέλας σήμερα,
ένας καθαρός, αγνός ουρανός,
όπως το γλυκό νερό σου,
που πηγάζει στην Ορτίγια
και ενώνεται
με εκείνο του αγαπημένου σου Αλφειού.
Εσύ πηγή της χαράς μου,
καρποφόρα της αιώνας αγάπης,
στο τραγούδι τόσων ποιητών
που κοσμούν το όνομά σου.
ARETUSA
Del giorno nascente,
le prime luci
sono a me più care,
hanno l’oro in bocca
del tuo sorriso, o Aretusa,
a Artemide devota,
i capelli chiari, dorati,
come l’aurora oggi,
un cielo terso, puro,
come l’acqua tua dolce,
che sgorga a Ortigia
e si congiunge
con quella dell’amato Alfeo.
Tu fonte della mia gioia,
feconda d’amore perenne,
nel canto di tanti poeti
a ornare il tuo nome.
Trieste, 25 aprile 2023 – Siracusa, 22 agosto 2024
(trad. di Grazia Fulciniti)