Grazia Fulciniti e Costantino Nikas

TRADUZIONI DI GRAZIA FULCINITI E COSTANTINO NIKAS IN GRECO MODERNO DI MIE POESIE EDITE SULL’ELLADE

                                         

 

                                                                                                 GIACOMO GARZYA

 

                                                                                                L’ELLADE NELL’ANIMA

 

 

da Giacomo Garzya, “Solaria”, Napoli 1998, in Giacomo Garzya, “Poesie” (1998-2010), con prefazione di Luigi Mascilli Migliorini, Napoli 2011, M. D’Auria Editore

 

Μεθώνη

 

Ένα ονειρικό όραμα

ξυπνάει τη μνήμη

εκεί στο νότο του Μωριά

με περιμένει η Μεθώνη.

 

Όμορφη Μεθώνη,

φρούριο της Βενετίας

κομπάζεις

επιβλητική στη θάλασσα

άμμος σχεδόν άχρωμη

 

και διατηρείς την αίσθηση

του χρόνου που πέρασε

εκείνου του ένδοξου

του Άργους, των Μυκηνών,

της Τιρύνθου.

 

Μεθώνη περήφανη,

του Αγίου Μάρκου

φύλακα,

κράτησες μακριά τις επιθέσεις

του αλαζόνα τσύρκου,

 

συνεχίζοντας τη δόξα

της Πύλου του Νέστορα,

της Σπάρτης και τον Μυστρά,

της Ολυμπίας της αγριλιάς.

 

METHÒNI

 

Una visione onirica

risveglia il ricordo,

laggiù in Morea,

Methòni mi attende.

 

Methòni la bella,

di Venezia fortezza

ostenti

incombente sul mare

rena quasi incolore

 

e conservi il sapore

del tempo andato,

quello glorioso

di Argo, Micene e Tirinto.

 

Methòni superba

di San Marco

la guardia,

a bada tenesti l’offesa

del turco spavaldo,

 

perpetuando i fasti

della Pilo di Nestore,

di Sparta e Mistrà,

d’Olimpia l’oleastro.

 

Napoli, 18 dicembre 1993

 

(trad. di Costantino Nikas)

 

 Δέλφοι

 

Συ, Φωκίδα

στολισμένη από απειράριθμες

στρεβλωτές ελιές

 

κάποτε στο βάθος του χρόνου

καλοδέχτηκες

το μαντείο των Δελφών.

 

Στο ναό του Απόλλωνα

τον υποβλητικά φοτώλουστο

τον ομφαλό έψαξα

 

όμως τον κάμπο

κάτω τον ελαιώνα

 

των ανθεκτικών ελιών

στον άνεμο της θάλασσας

βρήκα.

 

Κοιτάζοντας ξανά

στον ίσκιο του Παρνασσού

τα αιώνια μνημεία

 

τον ομφαλό

του κόσμου

μάταια φαντάστηκα

με τον ίδιο βασανισμό

εκείνου

που ενώ αγαπάει

δεν βρίσκει ανταπόκριση.

 

DELFI

 

Focide

di contorti ulivi

a milioni ornata

 

un tempo lontano

accogliesti

l’oracolo a Delfi.

 

Nell’apollineo santuario

di suggestioni dorato

l’omphalòs ho cercato,

 

ma la sottostante

piana d’ulivi,

 

d’ulivi coriacei

al vento del mare

ho trovato.

 

Riguardando

all’ombra del Parnaso

le rovine eteree

 

l’ombelico

del mondo

ho invano immaginato

 

con lo stesso tormento

di colui

che pur amando

non viene contraccambiato.

 

Napoli, 25 dicembre 1993

 

(trad. di Costantino Nikas)

 

Μαραθώνας

 

Μικρός λόφος πράσινος

Από δάφνη και μύρτο,

στητός απέναντι

στη θάλασσα του ευβοϊκού,

 

θυμίζεις την ανίκητη

φάλαγγα των οπλιτών

που ο Μιλτιάδης

οδήγησε στην παραλία

 

ενάντια στην υπεροψία

του αχεμενίδη Δαρείου.

 

Μαραθώνα, νίκη φτερωτή,

πράσινε από δάφνη και μύρτου,

έδωσες την ώθηση

στα πρωτεία ενός πολιτισμού

 

και παραμένεις έμβλημα

ενός κόσμου

που θέλησε να διαφυλάξει

τις ιερές ελευθερίες του.

 

MARATONA

 

Collinetta verde

di lauro e mirto,

che ti ergi di fronte

all’euboico mare,

 

evochi l’invincibile

falange oplitica

che Milziade

sulla spiaggia trascinò

 

contro l’arroganza

dell’ achemenide Dario.

 

Maratona Nike alata,

verde di lauro e mirto,

hai dato l’abbrivio

al primato di una civiltà

 

e emblema rimani

di un mondo

che serbare ha voluto

le sue sacre libertà.

 

Napoli, 27 dicembre 1993

 

(trad. di Costantino Nikas)

 

Μάνη

 

Δύναμη, ένα πηγάδι, ένας πύργος

δάκρια ευφορίας

Μάνη δεσπόζεις.

 

Σπάνια δάκρια

βαθειά σφραγίδα

κρύβεις .

 

Μόνον έτσι

σφυριλατείς τον πυρακτωμένο

χαρακτήρα σου τον δωρικό.

 

MÁNI

 

Spoglio, un pozzo, una torre

lacrime fertili

Mani vagheggi.

 

Lacrime rare

profondo calcare

nascondi.

 

Solo così riarso

tempri il carattere,

quello dorico intendo.

 

Napoli, 12 giugno 1998

 

(trad. di Costantino Nikas)

 

Καρδαμύλη

 

Αναπνοή, απουσία, αεράκι

το τύμπανο της ζωής

κτυπά

 

στον μικρό κόλπο

με κυπαρίσσια γύρω του

νότες αγάπης

κτυπά

 

στον σπασμωδικό

θόρυβο της πλατείας.

 

Κι εσύ, Σπυρίδωνα,

 μπροστά στην αρχαία χαράδρα,

 

έναν κόσμον

που δεν υπάρχει πια

διανέμεις.

 

Αναπνοή, απουσία, αεράκι

το τύμπανο της ζωής

κτυπά

ο,τιπάει.

 

KARDAMYLI

 

Alito, assenza, brezza

il tamburo della vita

batte

 

nella baietta

di cipressi cinta

note d’amore batte

 

contro il rumore

spasmodico

della piazza.

 

E tu

Spyridion,

avanti l’antica gola,

 

un mondo

che non è più

dispensi.

 

Alito, assenza, brezza

il tamburo del tempo

batte,

quello che va.

 

Napoli, 30 giugno 1998

 

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

Μονεμβασιά

 

Αν συ περαστικέ ταξιδιώτη

βορειοανατολικό σφύριγμα

ακούς τον αέρα

και τη θάλασσα να σπάζει

ψηλά ανά τα βράχια

βλέπεις

στη Μονεμβασιά μια πόρτα

σκέφτεσαι.

Διάφανος ο ουρανός

διαφανής  η ψυχή

τα άστρα

τη μοίρα σου

κινούν

προς άγνωστη κατεύθυνση

κινούν σήμερα.

 

Όμως κάποτε

προς τα Κύθηρα και τη Δύση

προς την Κρήτη και την Ανατολή

προς την Αθήνα και τη σοφία,

συ, Μονεμβασιά

στον ταξιδιώτη

ήσουν φως και οδηγός.

 

MONEMVASIA

 

Se tu viandante di passaggio

sibilo di Nord Est

ascolti

e il mare infrangersi

dalle rovine in alto

guardi

 

a Malvasia una porta

pensi.

 

Trasparente il cielo

trasparente l’anima

le stelle

il tuo destino

muovono

verso rotta incognita

 

oggi muovono.

 

Ma un tempo,

verso Cerigo e l’Occidente

verso Creta e l’Oriente

verso Atene e la sapienza,

tu Malvasia

al viandante

 

eri luce e guida.

 

Napoli, 16 luglio 1998

 

(trad. di Costantino Nikas)

 

Θέατρο

 

Στην ακρόπολη της Αθήνας

στους Δελφούς η στο Άργος

στο λόφο του Τεμενίτης

η πάνω από τη Νάξο, δεν πειράζει

θέατρο της ζωής

θέατρο μιας κακιάς τύχης

θέατρο

θέατρο των απατεώνων

τραγωδία

φάρσα

θέατρο

πολύ θέατρο.

θέατρο, τίποτε άλλο.

 

TEATRO

 

Sull’Acropoli di Atena,

a Delfi o Argo,

sul colle di Temenite

o sopra Naxos, non importa

 

teatro di vita

teatro di mala ventura

teatro

 

teatro di tartufi

tragedia

farsa

 

teatro

tanto teatro.

 

Napoli, 3 agosto 1998

 

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

F/B LISSOS ΤΗΣ ΑΝΕΚ

 

Ψηλά από τη γέφυρα προς την πρύμνη,

απόστιλπνή πέτρα

η Ακρόπολη και ο Ναός λάμπουν.

Πιο πέρα πράσινος

ο Λυκαβηττός προστατεύει.

Στο διάχυτο λευκό φως της σελήνης

όμορφες βάρκες

καμαρώνουν.

Στο βάθος πέρα

το ακρωτήρι του Σουνίου διαφαίνεται.

Γαλήνη λάδι, μικρή πνοή

σαν λάδι τηγανιτής

μαρίδας , η θάλασσα

ανάμεσα Αθήνας, Πειραιά

και Χανίων, τσιτσιρίζει.

Ό Σείριος πλαγιά στον ορίζοντα

μετά σιγά σιγά πιο ψηλά,

ανταύγειες ασημένιες,  γιρλάντες

φωτών παρατηρεί

και καμιά αστραπή εδώ κι εκεί.

Αρχαία κατεύθυνση ανοίγει η καρίνα

αδυσώπητα κόβει τα κύματα

χωρίς εμπόδια πάει

προς τα Χανιά της Κρήτης

προχωρεί.

Lissos, luna, άστρο φωτεινό

στη βαθειά νύχτα

τριπλή ομόφωνη κίνηση.

Κι εμείς

ξύπνιοι, θαυμάζουμε, πηγαίνουμε.

 

F/B LISSOS DELL’ANEK LINES

 

Dall’alto ponte a poppa,

di nitida pietra

Acropoli e Tempio rilucono.

A un passo, il verde

Licabetto protegge.

 

Al chiaror della luna

scialuppe da cento

fan bella figura.

In fondo alla vista,

Capo Sunion sfuma.

 

Calma piatta, filo di brezza,

come olio per fritto

di paranza, il mare

tra Atene il Pireo

e Chania, sfrigola,

 

Sirio china all’orizzonte

poi via via più alta,

riflessi argentei, ghirlande

di luci contempla

e qualche bagliore qua e là.

 

Rotta antica solca la chiglia,

inesorabile taglia le onde,

senza ostacoli va,

verso Chania di Creta

va.

 

Lissos, luna, stella lucente,

nella notte piena

triplice moto all’unisono.

E noi,

si veglia, si mira, si vaga.

 

Pireo – Chania, 5-6 agosto 1998

 

(trad. di Costantino Nikas)

 

F/B Β. ΚΟΡΝΑΡΟΣ

 

Πάμε στην Κάσσο

στην Κάρπαθο.

Ωκεανοί τα κύματα

σπάζουν

στην καρίνα.

Η θάλασσα της Κρήτης

βράζει

από το δυνατό

Μελτέμι.

Σαν άσπρο γλάρος

ραμφίζει την πλώρη.

Ο αιθέρας είναι καθαρός

κι εμείς

γελάμε ευτυχισμένοι.

 

F/B V. KORNAROS DELLA LANE LINES

 

Si va a Kassos

a Kàrpathos.

 

Oceani di onde

si frangono

sulla carena.

 

Il mare di Creta

ribolle

per l’aspro

Meltemi.

 

Come bianco gabbiano

beccheggia la, prora.

 

Il mondo è terso.

 

E noi,

si ride contenti.

 

Sitìa – Kàrpathos, 8 agosto 1998

 

(trad. di Costantino Nikas)

 

 Λευκός Καρπάθου

 

Σαν  κάτω από το απότομο Κάμπι

της Ζακύνθου, ψίχουλα λευκού

ασβεστόλιθου παίζουν στους κόλπους

 του Λεύκουγαλανόλευκου.

 

Παίζουνε με την οπισθόρμησι των κυμάτων,

αλλ΄ όταν η θάλασσα  δυνατά

αγριέυει,

από μεταξοτά πέταλαέχει ένας χορός.

 

Συντριβή κυμάτων μην κοιτάς

μακριά από Καλή Λίμνη

πού περήφανα αρπατικά πουλιά

ανά δύο κάνουν κύκλους στον ουρανό.

 

Χτυπάν αληθινοί κεραυνοί

ελαφροί σαν θαλασσινός άφρος.

 

LEFKOS DI KÀRPATHOS

 

Come sotto Kàmbi scoscesa

di Zante, briciole di chiaro

calcare giocano nelle baie

di Lefkos biancazzurra.

 

Giocano per la risacca,

ma quando forte il mare

s’increspa,

di petali di seta è danza.

 

Fragore d’onde non distogli

lo sguardo da Kalì Limni

ove fieri rapaci

a coppie volteggiano.

 

Veri fulmini in picchiata,

leggeri come schiuma marina.

 

Arkassa, 11 agosto 1998

 

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

Απέλλα της Καρπάθου

 

Κριστάλλινο γαλαζοπράσινο

μεταβαλλόμενο σμαραγδί

όμορφες σειρήνες

προσκαλεί

το νερό της Απέλλας.

Πεύκα απλωμένα πέρα

σκιάζουν

κάτασπρες  παραλίες,

όπως οι φοίνικες

του Βάη της Κρήτης.

Απέναντι στο Βορρά

η Ρόδος

μεσημβρινή  στον καιρό,

θαλάσσιος βραχίονας

ξεχωρίζει.

 

APELLA DI KÀRPATHOS

 

Cristallina turchese

cangiante smeralda

leggiadre sirene

invita

l’acqua di Apella.

 

Pini a macchia distesi

ombreggiano

candide sponde,

come le palme

di Vai di Creta.

 

Innanzi a Settentrione

Rodi

meridiana del tempo,

braccio di mare

separa.

 

Arkassa, 12 agosto 1998

 

(trad. di Costantino Nikas)

 

Λιάκωτο

 

Φορτωμένος βαρειά τις σκέψεις μου

ανεβαίνω απότομες σκάλες

και δεν σκέπτομαι.

Όταν μυρίζω δενδρολίβανο

πονάω από νοσταλγία.

Ό τόπος μου είναι ακόμα μακριά

 

SOLARIA

 

Intabarrato dai miei pensieri,

salgo grevi scale

e non penso.

 

Quando odoro il rosmarino

ho male di nostalgia.

 

Il mio paese è ancora lontano.

 

Arkassa, 17 agosto 1998

 

(trad. di Costantino Nikas)

 

 Διαφάνι της Καρπάθου

 

Μύγες καφενείου

τσιμπάνε τους αστραγάλους.

 

Μια γριούλα ντυμένη στα μαύρα

περήφανη καθ’ημάς Ανατολή

φλυαρεί.

Δωρική είναι η γλώσσα

όπως στην άγρια Μάνη

 

Ένας ταξιδιώτης Old England

κορδόνια μαλλιά

κατεβάζει τζιν τόνικ

απελπισμένος.

 

Ένας μοναχός, λευκή γενειάδα,

Φρυγικός  μάλλινος σκούφος

Στο κουδούνισμα ανέμου βυζαντινού

κάνει το σταυρό του.

 

DIAFANI DI KÀRPATHOS

 

Mosche di kafenìon

pizzicano le caviglie.

 

Vecchia paludata di nero

fiero oriente greco,

ciarla.

Dorica è la lingua

come nel Mani selvaggio.

 

Viaggiatore Old England

capelli di stoppia

gin tonic tracanna,

disperatamente.

 

Monaco barba bianca

berretto frigio di lana

allo scampanìo del vento

bizantino si segna.

 

Mosche di kafenìon

pizzicano

tra scacchi e tavli

chi aspetta la nave,

tra bicchieri di uzo

chi cerca l’oblio.

 

Il tempo è fermo

a Diafani.

 

Diafani, 18 agosto 1998

 

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

Πονεντίνος  (δυτικός άνεμος )

 

Στην ασημένια ακτή

στην αντηλιά

σαν γρήγοροι καλικάντζαροι

θαλάσσια σύννεφα

τρέχουν σαν κύματα.

Δυνατά σφυρίζει

ο Πονεντίνος

και είναι ένα θαυμάσιο

παιχνίδι από πιτσιλιές.

 

BUNEDIS

 

Nel sottocosta argenteo

per il controluce,

come folletti a scheggia

nuvole di mare

corrono a fior d’onda.

 

A raffica sibila

il Ponentino

ed è avvincente

gara di spruzzi.

 

Kàrpathos, 18 agosto 1998

 

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

Ιδιοτροπίες του Αιγαίου

 

Δυνατός ο άνεμος

σκληρή η γη

στρόβιλος το νερό.

 

Μαγικά φώτα από την κορυφή

του βουνού κατεβαίνουν

για να ενδυναμώσουν τις καρδιές.

 

Το πεισματάρικομελτέμι

και η συστροφή του νερού

θαμπώνουν τις αισθήσεις,

αλλά δεξιά στρίβει

ο Τιμονιέρης

όλοδεξιά

προς το τέρμα.

 

CAPRICCI DELL’EGEO

 

Gagliardo il vento

dura la terra,

come giostra l’acqua.

 

Luci magiche dal pettine

della montagna scendono

per rinsaldare i cuori.

 

Ostinato Meltemi

e caos di gorghi

ottundono i sensi,

 

ma vira a dritta

il Nocchiero

vira a dritta

verso la meta.

 

Napoli, 30 agosto 1998

 

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

Μελιδόνι Κυθήρων

 

Τριγύρω

άσπρα βράχια

χωρίς χρόνο

σκληρά εμπόδια

της ζωής.

 

Μπροστά

θαλάσσιες  διαφάνειες

και, καθρέφτης

των ονείρων,

το Αυγό του μύθου.

 

Πίσω

ο Άγιος Κοσμάς

ανθρώπινη συνείδηση

και

παραίνεση.

 

Μέσα στην ψυχή

η αιώνια απεραντοσύνη

ένας κόκκος άμμου. 

 

MELIDONI DI KÍTHIRA

 

Attorno

bianche scogliere

senza tempo

ostacoli duri

della vita.

 

Avanti

trasparenze marine

e, specchio

dei sogni,

l’Uovo del mito.

 

Dietro

Àghios Kosmàs

umana coscienza

e

monito.

 

Dentro l’anima

infinito eterno

un granello

di sabbia.

 

Napoli, 5 settembre 1998

 

(trad. di Costantino Nikas)

 

 

da Giacomo Garzya, “Maree”, con prefazione di Giuseppe Galasso, Napoli 2001, in Giacomo Garzya, “Poesie” (1998-2010), con prefazione di Luigi Mascilli Migliorini, Napoli 2011, M. D’Auria Editore

 

Σε κάθε χαμόγελο ένα δώρο

 

Και

σ’ ένα απρόσμενο χαμόγελο

 

φτερωτά θρύψαλα

πάνω σε γαλάζια χαρτιά

 

στροβιλίζουν σε λωρίδες

σαν πρίσματα πάγου

 

και στα προτεταμένα χέρια

ανάμεσα σε λυρικούς σωρούς

 

κάθονται αναπαυτικά σαν δώρο.

 

A UN SORRISO UN DONO

 

E

a un sorriso inatteso

 

alati frammenti

su carte azzurrine

 

turbinano a falde

come prismi di ghiaccio

 

e nelle palme protese

tra lirici cumuli

 

si adagiano in dono.

 

Napoli, 24 ottobre 1998

 

(trad. di Costantino Nikas)

 

Φθινόπωρο

 

Σχέση λεπτή

έχει το φύλλο

με το κλαδί.

 

Στο πρώτο φύσημα

πέφτει.

 

Είναι ακριβώς το ίδιο

όπως είναι και η ζωή

όλων μας ,

μετέωροι

στις ιδιοτροπίες

του ανέμου.

 

AUTUNNO

 

Tenue legame

ha la foglia

al ramo.

 

Al primo soffio

cade.

 

È tautologico

come lo è la vita

di tutti noi

sospesi

nelle fantasie

del vento.

 

Napoli, 16 novembre 1998

 

(trad. di Costantino Nikas)

 

Λησμονιά

 

Κάθε πραγματική καρδιά

έχει μέσα της

πολύ βαθειά

 

ένα βίαιο διαμάντι

για να κόβει.

 

Είναι αυτό που δεν ξέρει

και δεν καταφέρνει

να συγχωρεί,

εξαιτίας ίσως πληγών

παλαιών

 

κρούστες στους βράχους

σαν απολιθώματα

 

αναίσθητα

 

στοπολυσύνθετο

τηςμνήμης.

 

DIMENTICARE

 

Ogni vero cuore

ha dentro

nel più profondo

 

un diamante aggressivo

da tagliare.

 

È quello che non sa

e non riesce

a perdonare,

forse per ferite

antiche

 

incrostate sulle rocce

come fossili

 

insensibili

 

allo sfaccettare

della memoria.

 

Napoli, 27 novembre 1998

 

(trad. di Costantino Nikas)

 

 Falanga της  Ίσκιας

 

Στο βασίλεμα

στη Falanga

απαλοί χρωματισμοί

κεχριμπαρένιοι

γκριζόσκουροι

και κοκκινωποί

βελουδένιοι κορμοί

απ’ τις Ερήμους του Επομέου

κατηφορίζουν

προς το δάσος

 

κάτω μέχρι τα τείχη

πάνω από το Forio.

 

Πολύ καθαρή η ατμόσφαιρα

πάνω από τον Άγιο Στέφανο

και στο Αρχιπέλαγος ,

ο ήλιος

κάνει να εικονίζονται

στις κάθετες παραλίες

φανταχτερές αντανακλάσεις.

 

Όμως τώρα

είναι  η Πόρτα

που γοητεύει,

εκείνη που απ’ τις ακτές

κάνει να πλησιάζουν

στο χώρο της σιωπής

θροΐσματα

στο περιβάλλον

της Falanga.

 

Επιβλητική είναι η αψίδα

όχι κυκλώπεια

μα με πέτρες ηφαιστείου

ελαφρές και ανθεκτικές

χτισμένες ελληνικά.

 

Ο Tiziano

ήλιος στις επιφάνειες,

κατάχρηση

σε τέτοιο θέαμα

πεσμένων φύλλων

σε στρώματα

όμως ακόμη με ζωηρό χρώμα

και ζωντανών

θα είχε αποθεώσει

τα χρώματά τους.

 

Μούσκλα ξαναγεννημένα

από το διαπεραστικός φως

πάνω σε υγρά τοιχώματα

σχεδιάζουν και σφυρηλατούν

αρχαία και σύγχρονα.

 

Είναι το παιχνίδι

της φύσης.

 

Η Falanga της μαγείας

ανάμεσα στις πηγές του νερού

για την ξηρασία

και τις αρχαίες τάφους

για τους παγετώνες, 

 

θα μετατραπείς

σε άνθους

της άνοιξης.

 

(από μια εκδρομή με τον Franco Capezza)

 

FALANGA D’ISCHIA

 

Al tramonto

nella Falanga

morbide tonalità

ambrate

grigio brune

e rossastre

di vellutati fusti,

dagli Eremi dell’Epomeo,

digradano

nella boscaglia

 

giù fino alle mura

sopra Forio.

 

Ben tersa l’aria

su Santo Stefano

e l’Arcipelago, il sole

fa immaginare

nelle verticali marine

riflessi sgargianti.

 

Ma ora

è la Porta

che abbaglia,

quella che dai lidi

fa accedere

al mondo del silenzio

dei fruscii,

al mondo

della Falanga.

 

Imponente è l’arco

non ciclopico

ma con pietre laviche

leggere e robuste

connesse alla greca.

 

Tiziano,

sole radente,

aduso

a tale spettacolo

di foglie cadute

a tappeti

ma ancora pigmentate

e vive

ne avrebbe cantato

i colori.

 

Muschi rigenerati

dalla luce filtrante

su pareti umide

disegnano e forgiano

antico e moderno.

 

È il gioco

della natura.

 

Falanga d’incanto

tra polle d’acqua

per l’arsura

e antichi fossi

per i nevai,

 

ti convertirai

ai fiori

della primavera.

 

Napoli, 8 dicembre 1998

 

[da una escursione con l’amico

ischitano Franco Capezza]

 

(trad. di Costantino Nikas)

 

Παιχνίδια

 

Κυλούν τέσσερα ζάρια

στο λιθόστρωτο του κόσμου

 

αναπηδώντας στις γωνίες

του φόβου μη χάσουν

ανάμεσα στην αγάπη και το μίσος

ανάμεσα στη ζωή και το θάνατο

ανάμεσα στο θάρρος

και την απελπισία.

 

Όμως στην άνιση ισορροπία

της ύπαρξης,

πέρα από την περίπτωση,

μπαίνουν στο παιχνίδι,

μπίλιες χρωματιστές

γυάλινες

μικρές και μεγάλες

 

με τις οποίες έρχεται η νίκη

για μια καλή συνείδηση

κι΄ έναν καλό θάνατο.

 

GIOCHI

 

Rotolano quattro dadi

sui selciati del mondo

 

rimbalzano agli angoli

della paura di perdere

tra amore e odio

tra vita e morte

tra coraggio

e disperazione.

 

Ma nel librarsi diseguale

dell’esistenza,

oltre il caso,

entrano in gioco

biglie colorate

di vetro

piccole e grandi

 

con cui si vince

per una buona coscienza

e una buona morte.

 

Napoli, 26 dicembre 1998

 

(trad. di Costantino Nikas)

 

Serapo

 

Γιαδιαθλασμένη ανταύγεια

άμμος χρώματος  καουτσούκ

ελαστική και τεντωμένη

από θαλασσινή όσμωση

 

όστρακα

εκτεθειμένα

στο φως του ηλίου

φαναράκι στο κύμα.

 

Σιγά σιγά πιο απαλή

η λάμψη πάνω στο νερό

εκρήγνυται ο ήλιος

 

μαζί, αιφνίδια

αύρα από τη γη

διακόπτει τη θαλπωρή.

 

Κρυώνουν οι καρδιές

όμως στον ορίζοντα

αδυσώπητη

η μεγάλη πυρωμένη μπάλλα

ετοιμάζεται

για την αιώνια βουτιά

πολύ ζεστή

για το βάθος

του Ωκεανού.

 

Στο καταφύγιό μας

γυρίζουμε θλιμμένοι

για το χαμένο ηλιοβασίλεμα.

 

SERAPO

 

Per riverbero rifratto

sabbia colore caucciù

elastica e tesa

dall’osmosi marina

 

gusci di conchiglie

esposte

alla luce solare

lucignolo sull’ onde.

 

Pian piano smorzandosi

il brillìo sull’acqua

esplode il sole

 

insieme, improvvisa

brezza da terra

rompe il tepore.

 

Hanno freddo i cuori

ma all’orizzonte

inesorabile

la gran palla di fuoco

si prepara

all’eterno tuffo

 

caldissima

per la profondità

dell’Oceano.

 

Nel nostro riparo

torniamo tristi

per il mancato crepuscolo.

 

Napoli, 6 gennaio 1999

 

(trad. di Costantino Nikas)

 

Χρώματα του χρόνου

 

Στην πολυποίκιλη αλλαγή

των εποχών του χρόνου

ετοιμόρροπων φύλλων

μάζεψα ζεστασιά

και μαζί θάνατο.

 

Νερό ψυχρό του μαρμάρου

στη θέα προσφέρει

τρομερές μικρογραφίες

και έξοχα έργα

από μαύρες μάζες γης

από γυμνά κλαδιά

από ασημένιες ομίχλες.

 

Να ο τροχός του κόσμου

αιώνιος κύκλος πολύτιμα πετράδια ανοίγει

και στην Pantalica

νεκρόπολη διαφόρων λαών

όλα ανθίζουν

στο γλυκό φως

της άνοιξης.

 

Και το καλοκαίρι

πιο σίγουρη η θάλασσα

ξανάρχεται ενθαρρυντικά.

 

Ο αρχέγονος φόβος νικημένος

τα νερά οργώνονται

με δίχτυα και βάρκες

και είναι θρίαμβος

δυνατών χρωμάτων.

 

COLORI DEL TEMPO

 

Nel variopinto mutare

delle stagioni del tempo

di foglie caduche

ho colto calore

e insieme morte.

 

Acqua freddo marmoreo

alla vista offre

orridi scorci e sublimi

fatti di nere masse di terra

di rami spogli

di argentee brume.

 

Ma ruota del cosmo

ciclo eterno gemme apre

e a Pantalica

necropoli di varie genti

tutto fiorisce

alle dolci luci

della primavera.

 

E d’estate

più sicuro il mare

rassicurante ritorna.

 

L’atavica paura vinta

le acque si solcano

con reti e barche

 

ed è trionfo

di forti colori.

 

Napoli, 10 luglio 2000

 

(trad. di Costantino Nikas)

 

Pizzolungo του Κàπρι

 

Ασημένιες σπίθες

καταπραΰνουν

το νερό της θάλασσας,

φυλλωτά κλαδιά άγρια

γκρεμούς

όχι πάντοτε

κρύβουν

στον φθίνοντα ήλιο.

 

Στο Pizzolungo

το βράδυ αργά

η αύρα τρυπάει

την ανήσυχη ψυχή

των θαρραλέων όρθιων

και δυνατών βράχων

 

το καταφύγιο των γλάρων

των ανθρώπων το βάσανο.

 

PIZZOLUNGO DI CAPRI

 

Scintille d’argento

chetano

l’acqua marina,

fronde selvagge

dirupi

non sempre

nascondono

al sole calante.

 

A Pizzolungo

la sera scesa

la brezza punge

l’anima inquieta

di arditi scogli

e alti e robusti

 

di gabbiani il rifugio

d’uomini il tormento.

 

Capri, 29 ottobre 2000

 

(trad. di Costantino Nikas)

 

Ηλιοβασίλεμα στο Posillipo

 

Φυσάει ο άνεμος

κόκκινα σύννεφα

πίσω από Παυσίλυπο

σαν κλαδιά

λυγίζουν.

 

Η έκσταση στη θέα

τις κόρες των ματιών διαστέλλει

στον περιορισμένο χώρο

της μεγάλης μας

ύπαρξης.

 

TRAMONTO SU POSILLIPO

 

Sbuffi di vento

nuvole rubre

dietro Posillipo

come rami

torcono.

 

L’estasi alla vista

le pupille dilata

nello spazio finito

del nostro

grande essere.

 

Napoli, 9 novembre 2000

 

(trad. di Costantino Nikas)

 

Conca dei Marini

 

Θάλασσα μαγεμένη

την απόκρημνη ακτή αγναντεύει

ενώ ο λίβας

τον αρχαίο πύργο

προκαλεί.

 

Είναι αγώνας

χωρίς κανόνες

ανάμεσα στον αφρό

των κυμάτων

και

τη λάμψη των βράχων.

 

Κι όταν το νερό

φουσκώνει

ακόμη και το πράσινο

των θάμνων γύρω

διαποτίζεται από σένα

θάλασσα μαγεμένη.

 

(από μια συζήτηση με την φίλη

Laura Liguori)

 

CONCA DEI MARINI

 

Mare incantato

la falesia mira

mentre il libeccio

la Torre antica

sfida.

 

È lotta

senza quartiere

tra schiuma

d’onde

e

nitore di rocce.

 

E quando l’acqua

si gonfia

anche il verde

della macchia

di te s’imbeve

o mare incantato.

 

Napoli, 22 novembre 2000

 

[da una conversazione con

l’amica Laura Liguori]

 

(trad. di Costantino Nikas)

 

 

da Giacomo Garzya, “Passato e presente”, Napoli 2002, in Giacomo Garzya, “Poesie” (1998-2010), con prefazione di Luigi Mascilli Migliorini, Napoli 2011, M. D’Auria Editore

 

Vanni

 

Έχω στα χέρια μου

άμμο

φερμένη

από τον άνεμο

άμμο της Σαχάρας

άμμο ώχρα

ενός φίλου

που δεν μπορώ

ναξεχάσω.

 

VANNI

 

Ho nelle mani

sabbia

seminata

dal vento

sabbia

del Sahara

sabbia ocra

di un amico

che non posso

dimenticare.

 

Napoli, 20 giugno 2001

 

(trad. di Costantino Nikas)

 

Στιγμές

 

I

 

Στον όρμο

δυο ασημένια

φώτα.

 

Η θάλασσα ανάβει

στο ηλιακό

λαμπύρισμα,

 

από εδώ

μεθυσμένος

τον ορίζοντα βλέπω

μόνο.

 

II

 

Το φως θαυμάζει

της θάλασσας

ο γλάρος

που πετάει σύριζα

πάνω από το βράχο

 

κατακόρυφο

το πέταγμα

στο μαγικό νερό

κατσαρωμένο από σένα.

 

III

 

Αλλάζει χρώμα ο βράχος

στο χλιαρόαπόγευμα

πάλλεται το νερό

πράσινο και μπλε και διαυγές

σχεδόν όπως οι κορφές

των θάμνων

ανάμεσαουρανού και γης

ανάμεσα θάλασσας και ουρανού

μαζί συγκεχυμένοι.

 

IV

 

Δέσμες φωτός

σαν κάλυκας

στο χρόνο που φεύγει

 

στον ορίζοντα

μια άσπρη γραμμή

πάνω στη θάλασσα

ψυχρή από αγάπη

περιμένει.

 

Σαν ξεπετάγματα

μικρών

γλάρων αιωρούμενων

ασβεστώδεις μαιάνδρους

εξερευνούν

 

περήφανοι.

 

ATTIMΙ

 

I

 

Sulla baia

due luci d’argento.

 

Il mare s’accende

nel solare brillìo,

 

da qui

inebriato

l’orizzonte guardo

solo.

 

II

 

Mira la luce

del mare

il gabbiano

che vola radente

sulla scogliera

 

strapiomba

nel volo

sull’acqua fatale

increspata di te.

 

III

 

Cangiante la roccia

nel meriggio tiepido

palpita d’acqua

verde e blu e limpida

quasi come gli arbusti

di sopra

tra cielo e terra

tra mare e cielo

insieme confusi.

 

IV

 

Fasci di luce a calice

col tempo che passa

 

all’orizzonte

una linea bianca

sul mare

fredda d’amore

aspetta.

 

Come vagiti

di bimbi

gabbiani libranti

meandri calcarei

esplorano

 

pieni di sé.

 

Capri, 3 febbraio 2002

 

(trad. di Costantino Nikas)

 

Αυγή

 

Αστραφτερή

στις στιγμές

της ζωής μας,

γι’ αυτόν που μένει ξύπνιος

αιώνια επιστροφή

είσαι

 

άλλοτε ροδοκόκκινη

άλλοτε γαλάζια

άλλοτε άμμος διάσπαρτη

ελπίδα

μιας ευτυχισμένης μέρας.

 

Αστραφτερή ζωή

Φρέσκιας δροσιάς   

τα ραντισμένα μάτια

τα μάτια μου.

 

ALBA

 

Fulgida

nei momenti

della nostra vita,

per chi veglia

eterno ritorno

sei

 

ora vermiglia

ora azzurra

ora sabbia soffusa

speranza

di un radioso giorno.

 

Fulgida vita

di fresca rugiada

gli occhi aspergi,

gli occhi miei.

 

Napoli, 15 febbraio 2002

 

(trad. di Costantino Nikas)

 

Πανσέληνος

 

Θνητώνλύπες

και ανθρώπινη χαρά

ζωής

πανσέληνε

ξαγρυπνάς

 

σαν

σε σπίτια ζωντανά

από φώτα

πάνω σε μαύρες κηλίδες

της γης

πάνω σε αγάπες

συντριμμένες

ή σε τράχηλους .

 

Η τροχιά σου

τη δίκη μας διαδρομή

σ’ αυτή τη φευγαλέα

ζωή

κυνηγάει.

 

Ευμετάβλητη

κυκλική

αρμονική

τους κτύπους

της καρδιάς μας

κανονίζεις

 

ομόφωνα.

 

PLENILUNIO

 

Mortali affanni

e umana gioia di vivere

luna piena vegli

 

come

su case vivide di luci

su macchie nere di terra

su amori infranti

o in nuce.

 

Il tuo orbitare

la nostra corsa

in questa vita fugace

insegue.

 

Mutevole

ciclica

armonica

il battito

dei nostri cuori

regoli

 

all’unisono.

 

Napoli, 25 aprile 2002

 

(trad. di Costantino Nikas)

 

Υδρούντας

 

Με τρεις άψιδες

Η κρύπτη

άραβο-γοτθικός

ο ρόδακας

εσύ

μητέρα Εκκλησία

την ύβρη

των αλόγων

του Αχμέτ Πασά

υπέστης

εσύ

τα οστά

των μαρτύρων

διασώζεις.

 

Για την πίστη

του Σταυρού

οκτακόσιοι

έπεσαν νεκροί

από το σπαθί

 

οκτακόσιοι

οι μάρτυρες

στο λόφο

της Αθηνάς.

 

OTRANTO

 

Triabsidata la cripta

arabo-gotico il rosone

tu

o Chiesa madre

l’onta dei cavalli

di Acmet Pascià

subisti

tu

le ossa dei martiri

preservi.

 

Per la fede

nella Croce

ottocento

i passati

a fil di spada

 

ottocento

i martiri

sul colle

della Minerva.

 

Napoli, 9 maggio 2002

 

(trad. di Costantino Nikas)

 

Σαλέντο

 

           Στον πατέρα μου

 

Κόκκινη γη

λεπτή επιφάνεια

στον λαμπερό

ασβεστόλιθο

 

ελιές

ευδοκιμούν σε σένα

από θαλάσσιους

ανέμους

λοξές

όπως τα φιδωτά

ρυάκια

των βουνών.

 

Αναδυόμενα

βράχια

dolmen

menhir

 

ξεπροβάλλουν

από τη θάλασσα

οι βραχώδεις σπηλιές

 

χορδές

του βάθους

ακουμπάς

εκείνες

των πατέρων

των προγόνων.

 

SALENTO

             

               A mio Padre

 

Terra rossa

strato sottile

su candido calcare

 

ulivi

alligni in te

da ventate marine

torti

come i rivoli scomposti

dei monti.

 

Emergenti

pietre

dolmen

menhir

 

affioranti dal mare

le grotte rupestri

corde del profondo

tocchi

quelle

dei padri

dei padri.

 

Napoli, 19 maggio 2002

 

(trad. di Costantino Nikas)

 

Punta Caruso

 

Εσπερινά

τα χρώματα

 

πορτοκάλι

γαλάζιο

παντού

 

το ηλιακό φάσμα

στρόβιλος

στο νου

 

με γόνιμη φαντασία

 

θαυμάζοντας

το παθιασμένο

πόθο

όποιου αγαπάει

 

την επιθυμία

της γαλήνης.

 

PUNTA CARUSO

 

Crepuscolari

le tinte

 

arancio

indaco

su tutte

 

lo spettro solare

turbina

nella mente

 

immaginifica

 

contemplando

l’ardore

appassionato

di chi ama

 

il desiderio

di quiete.

 

Napoli, 24 maggio 2002

 

(trad. di Costantino Nikas)

 

 Ελληνικό τραγούδι

 

Οι μελωδίες στο μυαλό

ρέουν

απροσδόκητα

σαν μέλι Ταΰγετου,

μεταξύ Λακωνίας και Μεσσηνίας

άφησα μια σκληρή καρδιά.

Ο άγριος μανδύας

ένα τραγούδι

εμπνέει

από φύλλα και λουλούδια

μία μελωδία.

 

CANTO GRECO

 

Melodie

nella mente

scivolano

 

inaspettate

 

come miele

del Taigeto,

tra Laconia

e Messenia

rude cuore

posto.

 

L’aspro manto

un canto

ispira

 

di foglie

e fiori

un armonioso

canto.

 

Napoli, 8 giugno 2002

 

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

Ζειν

 

Ζεινσημαίνει

να περπατάς

μαζί

μια ζωή

με τον φίλο

που τη βαθειά έννοια

της ύπαρξης

σιωπηλά

συμμερίζεται.

 

Στην ταλαιπωρία

της νύχτας

της ζωής

 

στην ευτυχία

 

μέχρι τη γαλήνη

του θανάτου.

 

VIVERE

 

Vivere è

camminare

insieme

un’esistenza

con l’amico

che le profondità

dell’essere

in silenzio

condivide.

 

Nella sofferenza

della notte

della vita.

 

nella felicità

 

sino alla quiete

della morte.

 

Napoli, 25 giugno 2002

 

(trad. di Costantino Nikas)

 

Παλίρροιες

 

Κλεψύδρες

γύρω

μες τη βαθειά

νύχτα

ας τρέξουν

ώστε να συντρίψουν

το σκληρό τσόφλι

που έχω μέσα μου.

 

Ελεύθερα

τα μάτια

από τις παρωπίδες,

ρεύματα δίνης

ροές

και αναρροές

στις κλεψύδρες μου

να ζήσω θάθελα.

 

MAREE

 

Clessidre

giro

nella notte

fonda

 

interminabile.

 

Acqua

sabbia

scorrano

purché macerino

il mallo coriaceo

che è in me.

 

Liberi

gli occhi

dalle bende,

correnti vorticose

flussi

e riflussi

nelle mie clessidre

vivere vorrei.

 

Napoli, 14 novembre 2002

 

(trad. di Costantino Nikas)

 

 

da Giacomo Garzya, “Il mare di dentro”, con prefazione di Patricia Bianchi, Napoli 2005, in Giacomo Garzya, “Poesie” (1998-2010), con prefazione di Luigi Mascilli Migliorini, Napoli 2011, M. D’Auria Editore

 

Ελληνικό Ιόνιο

 

Αν μπορούσα να πιάσω

μόνο με τη ψυχή μου

το κενό

μεταξύ του ενός νησιού και του άλλου,

θα γέμιζα με το νερό

που χρειάζομαι

να σβήσω την αγάπη

που καίει μέσα μου

όσο πλέω στο Ιόνιο

μεταξύ Κέρκυρας και Ζακύνθου

μέχριταΚύθηρα.

 

JONIO GRECO

 

Potessi appropriarmi

solo con l’anima

del vuoto

tra un’isola

e l’altra,

sarei colmo dell’acqua

di cui ho bisogno

per spegnere l’amore

che in me brucia

nel solcare lo Jonio

tra Corfù e Zante,

sino a Citera.

 

Bari – Patrasso, 27 luglio 2003

 

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

Μονεμβασιά, επιστροφή

 

Επιστρέφοντας εδώ

ότανη ανάμνηση είναι ωραία

σε κυριεύει ξανά.

 

Εδώ στο Κάστρο

όλα έχουν αλλάξει

ακόμη και οι πέτρες,

όπως και το χρώμα

με το φως της ημέρας

και του βραδιού.

 

Η ζωή με έφερε

σε αυτή την ακτή

που δεν είναι ποτέ η ίδια

όπως το ποτάμι που ρέει.

 

Τώρα φυσάει δυνατός άνεμος

και δεν λυγίζει

ένα πλήθος

άγριων σκόρδων

που στέκονται

ανάμεσα στον γκρεμό

και τον σιδερένιο βράχο,

από τον οποίο

σταγόνες αμβροσίας αναβλύζουν

στα γαλαζοπράσινα μάτια σου,

έτσι σήμερα τα βλέπω

σαν αυτά μιας νύμφης

που η θάλασσα τυλίγει

εδώγύρω.

 

MONEMVASIA, UN RITORNO

 

Ritornare sui luoghi

quando è bello il ricordo

ti misura di nuovo.

 

Qui nel Kastro

tutto è mutato

anche le pietre,

come il colore

con la luce del giorno

e della sera.

 

La vita ha portato

a questo lido,

mai uguale a se stesso,

come il fiume che scorre.

 

Ora tira il vento forte

e non doma

moltitudini

di agli selvatici

ritti

tra le scogliere

e il roccione ferroso,

da cui sgorgano

stille d’ambrosia

sui tuoi occhi turchesi,

così oggi li vedo,

come quelli di ninfa

che il mare avvolge

qui attorno.

 

Monemvasia, 29 luglio 2003

 

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

Σπουργίτια

 

Σπουργίτια

χοροπηδούν ελεύθερα

κάτω από τον ψηλό βράχο

σε πέτρες συνδεδεμένες

για πολύ καιρό.

 

Ψάχνουνγια ψίχουλα

σαν κόκκους σιταριού

ενώ εμείς σκεφτόμαστε

για τη ματαιότητα των πραγμάτων.

 

PASSERI

 

Passeri

saltellano

sotto l’alta rocca

liberi

su pietre connesse

in tempi lontani.

 

Cercano briciole

della consistenza

di un grano

mentre noi si pensa

alla futilità delle cose.

 

Monemvasia, 31 luglio 2003

 

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

Αγαύη

 

Πώς θα μπορούσα να σε ξεχάσω

στις παραλίες του Καψαλιού;

 

Έχεις μια πολύ μικρότερη

δεύτερη ζωή,

εσύ όμως αντιστέκεσαι

με τις κίτρινες βελόνες σου

στημέθητουΜιστράλ.

 

ÀGAVE

 

Come dimenticarti

sulle baie di Kapsali?

 

Hai una seconda vita,

molto più breve,

ma resisti

con i tuoi aghi gialli

all’ebbrezza del maestrale.

 

Chora (Kìthira), 1 agosto 2003

 

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

Φώτα και σκιές

 

Αραιώνει

το ζεστό φως

πάνω στον θάμνο

απόπαστέλπράσινα γαϊδουράγκαθα

ηλιοκαμένα.

 

Στο μισοφέγγαρο

βλέπεις έναν φοίνικα

και από την αψίδα του καφενείου

 

που κόβεται στο κέντρο

 

τον ορίζοντα της θάλασσας,

που κατακτά το μυαλό

όσων το συλλογίζονται,

 

λεπτό σαν μπλε λεπίδα.

 

LUCI E OMBRE

 

Dirada

la luce calda

sulla macchia

d’ arbusti verdepastello

di cardi bruciati dal sole.

 

All’apice della mezzaluna

vedi una palma

e dall’arco del kafenìon

 

tagliato al centro

 

l’orizzonte del mare,

che la mente sovrasta

di chi contempla,

 

sottile come lama d’azzurro.

 

Chora (Kìthira), 1 agosto 2003

 

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

Η σκιά

 

Είναι μεσημέρι

ακριβώς.

 

Πού είναι

η πρωτόγονη ψυχή μου;

 

Θα επιστρέψει

σε λίγο

με τη μυρωδιά

της θαλάσσιας ρητίνης.

 

Μη φοβάσαι τη σκιά σου,

αν έχεις καλή συνείδηση,

σου κάνει συντροφιά,

και μη κρύβεσαι

από τον μεσημεριανό ήλιο

από φόβο

μην την χάσει.

 

L’OMBRA

 

È mezzogiorno

in punto.

 

Dov’è

la mia anima primitiva?

 

Tra qualche istante

tornerà

con il profumo

di resina marina.

 

Non temere la tua ombra,

se hai una buona coscienza,

ti è di compagnia,

e non nasconderti

al sole di mezzogiorno

per la paura

di perderla.

 

Diakofti, 2 agosto 2003

 

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

Κοκουβάγια

 

Ανάμεσα στις φυλλωσιές

ένα κομμάτι φεγγαριού

ρίχνει ματιές.

 

Το προφίλ της

όπως το δικό σου

σε ασημένιο κόσμημα

είναι παρόν

αν και το ένστικτο

του νυχτερινού αρπακτικού

που τα βλέπει όλα

και τα αρπάζει γρήγορα

κυριαρχεί μέσα σου.

 

CIVETTA

 

Tra il fogliame

uno spicchio di luna

occhieggia.

 

Il suo profilo

come il tuo

sui monili d’argento

ricorre

benché in te prevalga l’istinto

del predatore notturno

che tutto vede

e in fretta afferra.

 

Chora (Kìthira), 3 agosto 2003

 

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

Χώρα της Κύθηρα

 

Η έντονη μυρωδιά

του γιασεμιού σου

διαταράσσει τον ύπνο

αλλά ακόμη περισσότερο την αγρυπνία.

 

Ακόμα και τα σπίτια είναι λευκά

με μπλε κουφώματα και παραθυρόφυλλα

όπως ο καθαρός αυγουστιάτικος ουρανός σου,

καθαρός από τον αδιάκοπο άνεμο.

 

Λευκά τα αστέρια  της `Αρκτου,

που σε οδηγούν

εκεί στη κυματιστή θάλασσα

εκεί πού γεννήθηκε

για πρώτη φορά

η Αφροδίτη.

 

Λευκή η ημισέληνος

στη φρουρά της οποίας

βρίσκεται το κάστρο

με την πόρτα που ανοίγει

σε όσους θέλουν να ονειρευτούν.

 

CHORA DI KÌTHIRA

 

Il profumo intenso

dei tuoi gelsomini

turba il sonno

e ancor più la veglia.

 

Bianche anche le case

con infissi e battenti azzurri

come il tuo cielo terso d’agosto,

terso per il vento incessante.

 

Bianche le stelle dell’Orsa,

che ti guidano

lì sul mare increspato

lì dove nacque

la prima volta

Afrodite.

 

Bianca la luna crescente

alla cui guardia

è il castello

dalla porta che s’apre

a chi vuole sognare.

 

Chora (Kìthira), 3-4 agosto 2003

 

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

Θυμάμαι την Κάρπαθο

 

Ομίχλες

καλύπτουν τις πλευρές του βουνού

με θλίψη

αλλά στις κορυφές

ο ελεύθερος άνεμος φυσάει

στα λευκά πανιά

των κουρασμένων μύλων

μόνο αν σταματήσουν.

 

Το σφύριγμα

τώρα του σιρόκο τώρα του μιστράλ

κυριαρχεί σε δύο αντικριστούς κόλπους

και αλέθει ανθρώπινο σπέρμα.

 

RICORDANDO KÀRPATHOS

 

Brume

soffondono di tristezza

i fianchi del monte

ma sui crinali

venti liberi soffiano

su vele bianche di mulini

stanchi solo se fermi.

 

Il sibilo

ora scirocco ora maestrale

domina due contrapposti

seni di mare

e macina umana semenza.

 

Napoli, 11 ottobre 2003

 

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

Φαλάσαρνα

 

Η διαφάνεια της θάλασσάς σου

είναι στη λευκότητα του φόντου

σαν αυτή των ματιών του Ίκαρου

είναι βαθιά μέσα μας

να είμαστε ελεύθεροι.

Δεσπόζει πάνω σου ένας βράχος ξερός

που έχει το αρχαίο χρώμα της άμμου σου,

που συχνά φυσάει στο πλάϊ

και ανεπαίσθητα κλείνει τους πόρους 

κόβει την ανάσα

κλείνουντα βλέφαρά σου

στο όνειρο του πύρινου δίσκου,

για να βουτήξεις μπροστά στο κρητικό πέλαγος.

 

 FALÀSARNA

 

La trasparenza del tuo mare

è nel biancore del fondo

come quella degli occhi d’Icaro

è nel profondo del nostro essere

liberi.

Ti sovrasta una roccia arida

dal colore arcaico della tua

sabbia,

che spesso soffia di taglio

e finissima copre i pori

ferma il respiro

chiude le palpebre

nel sogno del disco di fuoco,

che è per immergersi dinanzi

nel mare di Creta.

 

Kíssamos, 10 luglio 2004

 

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

Μπάλος

 

Απέναντι από τη Γραμβούσα

το σιωπηλό φρούριο βρίσκεται

Μπάλος, κόλπος πολλών χρωμάτων,

πληγωμένος από πίσσα

πληγωμένος από άνθρωπο.

Αυτό κάνει θλιβερήτη μνήμη

του τι ήσουν

γιατί, αν η άμμος και ο άνεμος

τον όλεθρο καλύψουν αλλού,

το βραχώδες στρώμα

της λιμνοθάλασσάς σου

παραμένει άθικτο στον πόνο του.

Ίσως για αυτόείσαι

πιο αγαπητός σε μένα,

και τις χειμωνιάτικες καταιγίδες

θα εμπιστευτώ

για να καθαρίσουν την ροζκρούστα,

σιγά σιγά όπως συμβαίνει και σε εμάς .

 

BALOS

 

Di fronte a Gramvousa,

fortezza silente,

è Balos, la baia dai tanti

colori,

dal catrame ferita

ferita dall’uomo.

Ciò rende pietoso il ricordo

di ciò che eri

perché, se sabbia e vento

lo scempio coprono altrove,

la crosta rocciosa della tua

laguna

rimane intatta nel suo dolore.

Forse per questo a me sei più

cara,

e d’inverno in inverno

nelle tempeste confiderò

ché la crosta rosa depurino,

un poco alla volta

come avviene per noi.

 

Kíssamos, 12 luglio 2004

 

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

Άγχος

 

Ισχυρό αγχολυτικό είναι το νερό,

γιατί αλλιώς θα είχαμε

γεννηθεί εκεί σαν την Αφροδίτη μπροστά

στο Καψάλι;

Γιατί η τίγρης σμέρνα

με επιθετικά δόντια

όταν το καμάκι βλέπει,

βγαίνει από το κρυψώνα,

ανοίγει το στόμα και δεν αποφεύγει

τον βέβαιο και εύκολο θάνατο;

Γιατί κυνηγάει και δεν αγχώνεται

 μήπως γίνει θήραμα.

Αυτό δεν ισχύει για τον άνθρωπο

που αντιτίθεται στην επίθεση

και αν ενδώσει στο καμάκι

είναι γιατί έτσι γράφτηκε.

Αλλά αν το άγχος προστατεύει

προκαλεί και πόνο:

να λοιπόν νερό,

γάλα και μέλι

κρασί από σταφύλι

κολύμπιστηθάλασσα.

 

SULL’ANSIA

 

Potente ansiolitico è l’acqua,

altrimenti perché vi saremmo

nati come Afrodite di fronte

a Kapsali?

Perché la murena tigrata

dall’aggressiva chiostra dei

denti, quando l’arpione vede,

dalla tana esce,

la bocca apre e non scappa

a sicura e facile morte?

Perché caccia e di esser preda

non ha l’ansia.

Non così è per l’uomo

che all’attacco si oppone

e se cede all’arpione

è perché così era scritto.

Ma se l’ansia protegge,

procura anche dolore:

ecco allora l’acqua,

il latte e il miele

il vino dell’uva

le nuotate nel mare.

 

Kapsàli, 15 luglio 2004

 

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

Άνεμος και θάλασσα

 

Ακούγοντας τις νότες του ανέμου,

τις δίνες στον αέρα

την άμπωτη και τη ροή της θάλασσας,

που σφυρηλατεί τα βότσαλα με τέχνη,

απολαμβάνεις τη σύνθεση.

Οι μικρές λευκές εκκλησίες  στους κόλπους

εκπλήσσουν με τη διαύγειά τους

και αναστέλλουν στον αιθέρα

την κρίση για τον άνθρωπο.

Τώρα οι ριπές του βορειοανατολικού ανέμου

γίνονται πιο έντονες νότες,

 και ο καθένας τις ακούει

διαφορετικά,

ο ποιητής τις συνδέει

με τη μοίρα του.

 

IL VENTO E IL MARE

 

Ascoltare le note del vento

i mulinelli nell’aria

il flusso e riflusso del mare,

che forgia i ciottoli ad arte,

è godere la sintesi.

Chiesette bianche sulle baie

colpiscono per il loro nitore

e sospendono nell’etere

il giudizio sull’uomo.

Ora le folate del grecale

aprono a note più nette,

ognuno le coglie in modo

diverso,

il poeta le associa al proprio

destino.

 

Kapsali, 16 luglio 2004

 

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

Διακόφτι

 

Αν ο άνεμος

 καταφέρει να σβήσει

τη μνήμη

για να την σπρώξει αλλού,

σημαίνει ότι το γίγνεσθαι είναι.

Είναι ζωή

δεν είναι πια μια σύμβαση του πριν

του τώρα

του μετά.

Εν τω μεταξύ ο άνεμος σπρώχνει

σύμφωνα με την έμπνευση

της πυξίδας του.

 

DIAKOFTI

 

Se il vento

è in grado di estinguere

il ricordo

per spingere altrove,

vuol dire che il divenire è.

È vita

non convenzione del prima

del presente

del dopo.

Intanto il vento continua

a spingere

secondo il capriccio della

sua rosa.

 

Diakofti, 27 luglio 2004

 

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

 

 da Giacomo Garzya, “Pensare è non pensare”, con prefazione di Eugenio Mazzarella, Napoli 2009, Bibliopolis

 

 Κομμένο λουλούδι

 

Το χαμόγελό σου

Το δικό σου χαρούμενο τραγούδι

λείπουνσε πολλούς.

Ξεκάθαροείχεςτο νόημα

τηςζωής

και ανέβαινετο μαρτύριο σου

για τηδιάχυτη αδικία

για τη στοργή δίχως ανταπόκριση,

εσύ τόσο ηλιακή κ` όμορφη.

Αγάπη ήταν η ζωή σου

σαν δροσερόνερό,

που καθαρίζει από το κακό.

 

Ξεκάθαρη είχες την ουσία

τηςανθρώπινης φύσηςκαι φρόντιζες

για να μπορεί

καλύτερη να γίνει.

 

Τώρα που το σύμπαν έχει ηρεμήσει

μπορείς να κοιτάς

τα αγαπημένα αστέρια, τα δικά μας αστέρια

της Ζακύνθου και της Μονεμβασιάς,

θα είσαι για πάντα στις καρδιές

όλων

για  της αγάπης τοταπεινό παράδειγμα

πουμαςέδωσες, Fanny, κόρη μου.

 

UN FIORE RECISO

 

Il tuo sorriso
il tuo gioioso canto
a tanti mancano.

Ben chiaro avevi il senso

della vita
e lievitava il tormento tuo
per l’ingiustizia diffusa
e per i non ricambiati affetti,
tu così solare e bella.
L’amore era nel tuo vivere,
come acqua fresca di fonte,
che purifica dal male.

 

Ben chiara avevi l’essenza
dell’umana natura e agivi
perché potesse in meglio

mutare.

 

Ora serena l’universo puoi

contemplare,
le stelle che amavi, le nostre

stelle di Zante e Monemvasia,
ma sempre resterai nel cuore

di tanti,
per l’umile esempio d’amore,
che hai dato, Fanny, figlia mia.

 

Cetara, 24 febbraio 2008

 

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

 

da Giacomo Garzya, “Il viaggio della vita”, Napoli 2010, in Giacomo Garzya, “Poesie” (1998-2010), con prefazione di Luigi Mascilli Migliorini, Napoli 2011, M. D’Auria Editore

 

Ωραίες αναμνήσεις 

 

Fanny, ζω μαζί σου στο Αιγαίο,

πάντα μαζί σου, πολλές αναμνήσεις

και οι μύγες του καφενείου,

που μας τσιμπούσαν τους αστραγάλους,

εσύ να διαβάσεις, εγώ να γράψω,

σε μια Διαφάνι χωρίς χρόνο,

αλλάγεμάτηφως.

 

BEI RICORDI

 

Fanny, vivo con te nell’Egeo,

sempre con te, tanti ricordi

e le mosche di kafenìon,

che ci pizzicavano le caviglie,

tu a leggere, io a scrivere,

in una Diafàni senza tempo,

ma piena di luce.

 

Napoli, 19 gennaio 2009

 

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

Μύκονος

 

Σήμερα, στα μάτια μου,

το εκτυφλωτικό λευκό σου

ασβέστη,

εκθαμβωτικός ασβέστης

των εκκλησιών και των σπιτιών

βαμμένος με πολλά μπλε,

ασβέστης τόσο δυνατός

όσο ο άνεμος,

που εδώ εκμηδενίζει τις αισθήσεις

και το μυαλό.

 

Όλα είναι ακίνητα και όλα

κινούνται μπροστά στην Τήνο

και από την Τήνο τα συγκλονιστικά

κύματα, που μας κάνουν

να αντιλαμβανόμαστε τον χρόνο,

που περνά αμείλικτα,

σαν ηλιακό ρολόι, που οδηγεί

τη σκιά του μέλλοντος μας,

ενώ σημαδεύει το παρελθόν

του πόνου και της χαράς,

τώρα του Χάροντα τις ψυχές

μεταφέρουν στον δυνατό

αέρα,

μεταξύ Πανόρμου και Βαΐου,

τώρα παρακολουθούν τα βήματά μας

στη θάλασσα, στη Δήλο που δεσπόζει

από ιερές μνήμες,

Άγιος Ιωάννης, Πλατύς Γιαλός

και Καλαφάτης,

πού βασιλεύει ο πιο ήρεμος άνεμος

και η ανάγκη για ησυχία.

 

Όλα είναι ακίνητα και όλα

κινούνται μπροστά στην Τήνο

και από την Τήνο τα συγκλονιστικά

κύματα, που μας κάνουν

να αντιλαμβανόμαστε τον χρόνο,

που περνά αμείλικτα,

σαν ηλιακό ρολόι, που οδηγεί

τη σκιά του μέλλοντος μας,

ενώ σημαδεύει το παρελθόν

του πόνου και της χαράς,

 

τώρα του Χάροντα τις ψυχές

μεταφέρουν στον δυνατό

αέρα,

μεταξύ Πανόρμου και Βαΐου,

 

τώρα παρακολουθούν τα βήματά μας

στη θάλασσα, στη Δήλο που δεσπόζει

από ιερές μνήμες,

Άγιος Ιωάννης, Πλατύς Γιαλός

και Καλαφάτης,

πού βασιλεύει ο πιο ήρεμος άνεμος

και η ανάγκη για ησυχία.

 

Σήμερα, στα μάτια μου,

το άγονο χρώμα,

άγονο για μια γη χωρίς νερό

και βασίλειο περιπλανώμενων βοσκών,

θάμνοι καμένοι από τον ήλιο,

με νότιο βλέμμα, στη Νάξο,

στον κήπο που ανθίζει με νερό.

 

MYCONOS

 

Oggi, negli occhi,

il tuo bianco accecante

di calce,

calce viva e abbagliante

di chiese e di case ornate

di tanti blu,

calce viva, forte

come il vento,

che qui annichilisce i sensi

e la mente.

 

Tutto è fermo e tutto

si muove di fronte a Tinos

e da Tinos i cavalloni

imperiosi, che ti fanno

percepire il tempo, che

inesorabile scorre,

come meridiana, che guida

l’ombra del nostro futuro,

segnando il passato di dolori

e gioie,

 

ora di Caronte le anime

a traghettare, nel vento

furioso,

tra Panormos Bay e

Baios Island,

 

ora di noi a guardare i passi

sul mare, tra Delo incombente

di sacre memorie,

Agios Ioannis, PlatiYialos

e Kalafatis,

regni del vento più calmo e del

bisogno di quiete.

 

Oggi, negli occhi, il tuo brullo

colore,

brullo di una terra senz’acqua

e regno di erranti pastori,

sterpi bruciate dal sole,

che guardano a sud, Naxos,

verde giardino d’acqua fiorito.

 

Myconos, 12-19 luglio 2010.

 

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

 

da Giacomo Garzya, “Un anno”, con prefazione di Silvana Lucariello, Napoli 2013, M. D’Auria Editore

 

Ίκαρος

 

                              Για την Daniela Pergreffi

 

Και ο Ίκαρος πέταξε στον αέρα

και ο Ίκαρος αναζήτησε τη μέθη στο κενό

και ο Ίκαρος είχε κάτω του τη θάλασσα

και τα νησιά και τα βουνά και τις ομίχλες ,

όλη την Παγγαία είχε στα πόδια του

και εκείνος έπεσε στους γκρεμούς των σύννεφων

και εκείνος έπεσε και πνίγηκε στη φουρτουνιασμένη θάλασσα,

αλλά η πτήση του έμεινε αιώνια ανάμεσα στους ανθρώπους,

και για σένα, φίλη μου, που τραγουδάς

τους επαίνους και την τόλμη του σε ένα θαυμαστό μέταλλο,

που δεν έχει ακόμη οξειδωθεί από τον χρόνο.

 

ICARO

 

A Daniela Pergreffi

 

E Icaro si librò nell’aria

e Icaro cercò ebbrezza nel vuoto

e Icaro ebbe sotto di sé il mare

e le isole e i monti  e le nebbie,

la pangea tutta ebbe ai suoi piedi

e egli cadde negli strapiombi di nuvole

e egli cadde e annegò nel mare increspato,

ma il suo volo restò eterno fra gli uomini,

anche per te amica mia, che ne canti

le lodi e l’audacia su una lamiera mirabile,

non ancora ossidata dal tempo.

 

Napoli, 1 marzo 2013

 

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

Ψυχή

 

Πάνω σε πολύτιμο μετάξι ξαπλωμένη απαλά

στο γυμνό, λαμπερό της σώμα,

που τρέμει, που καίγεται από έρωτα,

από αμέτρητο έρωτα,

η Ψυχή δεχόταν την αγκαλιά του Έρωτα,

στο ηλιοβασίλεμα ο εναγκαλισμός

μέχρι την αυγή ο εναγκαλισμός,

ακόμα και πρίγκιπες δεν επιτρεπόταν

να κοιτάξουν τους θεούς κατάματα,

αλλά εκείνη παρανόμησε και έχασε τον Έρωτα της

ενώαλλέγρο, λάργο, αλλέγρο,

των βιολιών σου, Ορφέα, προανήγγειλε

την άνοιξη και η Περσεφόνη

άφηνε τον Άδη για να αναπνεύσει

τα αρώματα των λουλουδιών.

Και τι δεν έκανε η Ψυχή

για να αγαπήσει τον Έρωτα,

μέχρι που ήπιε την αμβροσία

και όπως η Αφροδίτη έγινε αθάνατη

και αγκάλιασε για πάντα

τον Έρωτα της.

 

PSICHE

 

Su sete pregiate mollemente adagiata,

nel suo nudo corpo splendente,

fremente, arso d’amore,

d’incommensurabile amore,

Psiche accoglieva l’abbraccio di Eros,

era al tramonto l’amplesso

fino all’alba l’amplesso,

neanche ai principi era consentito

guardare in volto gli dèi

e ella mancò e lo perse il suo amore,

mentre l’allegro, il largo, l’allegro

dei tuoi violini, Orfeo, annunciava

la primavera e Persèfone

lasciava Ade per respirare

i profumi dei fiori.

E cosa non fece Psiche

per amare Amore,

finché non bevve l’ambrosia

e come Afrodite divenne immortale

e riabbracciò per sempre

il suo amore.

 

Napoli, 9 marzo 2013

 

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

Ευρυδίκη

 

Ο άνεμος είναι χαλασμός σήμερα

και τις  σκέψεις στα πιο μακρινά μέρη

μεταφέρει, εκεί όπου ξεθωριάζει

η πραγματικότητα και όλα είναι αιθέρια,

εκεί όπου η ελαφρότητα της ύπαρξης

σε οδηγεί να φανταστείς τον βαθύ

Άδη και τα χλωμά ασφοδέλια ανθισμένα

σε μια λήθη μακριά από τον Τάρταρο

 και τα Ηλύσια Πεδία, σε μια χώρα

τυλιγμένη σε ομίχλες, όπου εσύ,

Ευρυδίκη, είσαι καταδικασμένη να περιπλανιέσαι 

μακριά από κάθε αγάπη, από τον δικό σου

έρωτα, σημαδεμένη από μια πικρή και σκληρή

μοίρα, που σε

άρπαξε δύο φορές από τη ζωή,

γιατί δύο φορές  ήταν γραμμένο

να πεθάνεις.

 

Ό άνεμος δεν ησυχάζει σήμερα

και το βρυχηθμό της θάλασσας είναι

η δική σου αιώνια, απελπισμένη κραυγή.

 

EURIDICE

 

Il vento è un finimondo oggi

e i pensieri nei luoghi più lontani

trasporta, là dove svanisce

la realtà e tutto è etereo,

là dove la leggerezza dell’essere

ti  porta a immaginare l’Ade

profondo e i pallidi asfodeli in fiore,

in un limbo lontano dal Tartaro

e dai Campi Elisi, in una terra

circonfusa di nebbie, dove tu

Euridice sei condannata a vagare

lontana da ogni amore, dal tuo

amore, segnata da un destino

amaro e crudele, che ti ha

strappata due volte alla vita,

perché due volte era scritto

che tu dovessi morire.

 

Il vento non si quieta oggi

e il ruggito del mare è il tuo

eterno disperato urlo.

 

Napoli, 18 marzo 2013

 

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

 

da Giacomo Garzya, “Pettirosso”, con prefazione di Maria Rosaria Compagnone, Napoli 2015, M. D’Auria Editore

 

 Σίφνος

 

Το εκτυφλωτικό λευκό

των σπιτιών

και των πολλών εκκλησιών και παρεκκλησιών

βαμμένων με γαλάζιο

ρίχνει φως μέχρι τις αρχές του βραδιού,

έπειτα σε κάθε περιοχή του νησιού

μια φάτνη από φώτα,

και κάτω από τον κυκλαδίτικο ουρανό

με καθαρά, αγνά αστέρια

γίνεται κουβέντα

μέχρι το τέλος του τσουγκρίσματος

των ποτηριών και του σιωπηλού μπρος-πίσω

των γατών.

 

SIFNOS

Il bianco accecante
delle case 
e di tante chiese e chiesette
coronate d’azzurro
è fino al limitare della sera,
poi in ogni contrada dell’isola 
un presepe di luci,
e sotto il cielo cicladico 
fatto di stelle nitide e pure
si chiacchiera 
fino a quando cessa il tintinnio
dei bicchieri e il via vai silenzioso
dei gatti. 

Apollonía, 4 agosto 2015

 

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

Καμάρες

 

Η σιωπή της νύχτας

είναι απόλυτη,

τώρα σπασμένη από το λάλημα

των πετεινών,

το τρεμούλιασμα των φώτων

η πράσινη λάμψη του φάρου

κάνουν το νερό καθρέφτη

εδώ στις Καμάρες,

όπως σε μια μυριάδα όμορφων

μικρών λιμανιών,

που μπορείς να συναντήσεις

στις θάλασσες της Ελλάδος.

 

KAMÀRES 

Il silenzio della notte
è assoluto,
rotto ora dai canti dei galli 
e il tremolio delle luci
il lampeggiare verde del faro 
rendono uno specchio l’acqua 
qui a Kamàres, 
come in una miriade di graziosi
piccoli porti, 
che puoi incontrare nei mari
dell’Ellade. 

Kamàres, 5 agosto 2015

 

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

Κυκλάδες

 

Το ευγενικό πρόσωπο των νησιών σας ,

ω Κυκλάδες,

βρίσκεται στην πραότητα εκείνων που ζουν εδώ

για χιλιετίες,

πάνω σε μια τραχιά πέτρα

που έχει μαλακώσει από τις ελιές,

από τους ανθισμένους θάμνους

και από τα άσπρα γένια των Παπάδων,

που ψάλλουν τον τάφο του Χριστού

και τους άγιους βυζαντινής μνήμης.

Ό άνεμος, που κινεί δυνατά τα φτερά

των αρχαίων μύλων,

από νησί σε νησί φέρνει μαζί του

το πνεύμα όλων, σβήνει τη δίψα

και ζωντανεύει τα πάντα, σαν τον ασβέστη

των σπιτιών και τα έντονα χρώματα των λουλουδιών.

 

CICLADI

Il gentile volto delle tue isole,
o Cicladi,
è nella mitezza di chi da millenni 
qui vive, su una pietra aspra
dagli ulivi addolcita, da arbusti fioriti 
e dalle barbe bianche dei Papas, 
che cantano il sepolcro di Cristo
e i santi di bizantina memoria. 
Il vento, che spinge forte le pale
di antichi mulini,
da un’isola all’altra porta in sé 
lo spirito di tutti, spegne l’arsura 
e rende tutto più vivo, come la calce
delle case e i colori violenti dei fiori.

Kamàres, 11 agosto 2015

 

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

 Κάστρο Σίφνου

 

Κάστρο

στην καρδιά,

τα σκαλοπάτια των σπιτιών,

ο λαβύρινθος του Μινώταυρου,

η θάλασσα και το εκκλησάκι

προς τον Ποσειδώνα,

η Πάρος  προβάλλεται

καθώς και η μικρότερη Αντίπαρος

και η Σέριφος πίσω από το Ακρωτήρι,

όλα είναι μαγικά στα βραδινά φώτα.

 

KÀSTRO DI SIFNOS

Kàstro 
fin dentro al cuore,
le scalette delle case,
il labirinto del Minotauro, 
Il mare e la chiesetta
in fondo a Poseidone, 
Paros incombente 
come Andíparos piú piccola,
e Sérifos dietro il Capo,
tutto è magia alle luci
della sera.

Kàstro, 11 agosto 2015

 

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

da Giacomo Garzya, “I sassi parlano”, con prefazione di Anna Esposito, Napoli 2016, Iuppiter Edizioni

 

Ηρώ και Λέανδρος

 

Δεν είναι ο μακρινός Ελλήσποντος

που ανάγκασε την αγάπη να διασχίσει

κάθε βράδυ

αλλά το κανάλι της Πρότσιντα,

από την Πούντα ντέλλαΛίνγκουα

ως το ΚάποΜισένο,

δύο μίλια περίπου,

ο βυθός είναι ρηχός

στα αβαθή της Μασσαλίας

και σε αυτά του Πύργου,

πάντως ρηχός,

και όταν η θάλασσα μουρμουρίζει,

είναι όλος ένας στρόβιλος,

και τα πλοία βυθίζονται στις δίνες.

 

Ένα θλιμμένο βράδυ με αέρα

δεν ενώθηκαντα σώματα

γιατί μια πνοή

έσβησε τη λάμπα

μόνο μια πνοή

από τα χέρια σου, Ηρώ,

ιέρεια και νύφη μου.

Για μένα ήταν νύχτα αληθινή,

το σκοτάδι του θανάτου στα κύματα

και στις αμμουδιές της Μιλισκόλα,

κ’εγώ λιπόθυμος

εγώ Λέανδρος, ο έρωτας σου.

 

Τα ρούχα σου μάζεψαν

συμπόνοια το κεφάλι μου

και το ελαφρύ σου σώμα,

εσύ, ιέρεια αγαπημένη

από εμένα και την Αφροδίτη,

από μεγάληθλίψη καταβεβλημένη,

έπεσε, με την θέλησή σου,

από τον φάρο,

που εκεί βρίσκεται

για να θυμάσαι

μια αγάπη μεγάλη, γλυκιά

και τρυφερή.

 

ERO E LEANDRO

 

Non l’Ellesponto lontano

mi costrinse l’amore

ogni sera a attraversare,

ma il Canale di Procida,

da Punta della Lingua

a Capo Miseno,

un paio di miglia,

il fondale basso

alla Secca di Marsiglia

e a quella del Torrione,

comunque basso,

che quando il mare mugghia,

è tutto un vortice,

e le navi a picco tra i gorghi.

 

Una triste sera di vento

non si congiunsero i corpi,

ché un soffio

la lucerna spense,

solo un soffio

dalle tue mani Ero,

sacerdotessa e mia sposa.

E per me fu notte vera,

il buio della morte tra i flutti

 e sulle sabbie di Miliscola,

io esanime

io Leandro, il tuo amore.

 

Le tue vesti raccolsero

pietosamente il mio capo

e il tuo corpo leggiadro,

tu sacerdotessa cara

a me e a Afrodite,

da grande dolore invaso

precipitò, per scelta tua,

dal faro,

che è lì per ricordare

un amore grande, dolce

e gentile.

 

Napoli, 15 maggio 2016

 

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

 

da Giacomo Garzya, “Delos. Poesie (2015-2019)”, con prefazione di Enzo Santese, Napoli 2020, Iuppiter Edizioni

 

 Δήλος

 

Και τα δελφίνια σε ζευγάρια

χόρεψαν στην επιφάνεια του νερού,

βασιλικά όπως ο ναός

της θεάς  Ίσιδας, με τους αστραφτερούς

κίονες από παριανό μάρμαρο.

Ο γρανίτης και το μάρμαρο στη Δήλο

ήταν κυρίαρχοι

και όλα ήταν μια

προσευχή στους θεούς, πρώτα

στον Απόλλωνα και την Άρτεμη,

μετά στον Ερμή και Αφροδίτη,

μέχρι τους θεούς της Συρίας

και τον θεό των Εβραίων.

Ειρηνικά έζησε η Δήλος

για πολλούς αιώνες,

αλλά ήρθε η μοιραία ημέρα,

που Μιθριδάτης βεβήλωσε τα πάντα

με σίδερο και φωτιά

και οι πέτρες ξανάγιναν πέτρες,

αλλά σήμερα μέσα τις παραμένει

το πνεύμα των ναών

και μπορείς να νιώσεις

την ιερά μεγαλοπρεπή οδό

που εξακολουθεί

να χτυπιέται

από τον θεϊκό άνεμο.

Η Δήλος, ιερό νησί,

όπου κανείς δεν μπορούσε

ούτε να γεννηθεί

ούτε να πεθάνει.

 

DELOS

 

E i delfini a coppie

danzarono a fiord’acqua,

regali come il tempio

alla dea Iside, dalle colonne

di marmo pario splendenti.

Il granito e il marmo a Delos

furono sovrani

e tutto voleva essere una sola

preghiera agli dei, prima solo

Apollo e Artemide,

poi Mercurio e Afrodite,

fino alle divinità siriache

e al dio degli ebrei.

In pace visse Delos

per molti secoli,

ma venne l’infausto giorno,

in cui Mitridate profanό

tutto

col ferro e col fuoco

e le pietre tornarono

a essere pietre,

ma in esse oggi permane

lo spirito dei templi

e la via sacra maestosa

la senti ancora battuta

dal vento divino.

Delos, l’isola sacra,

dove non si poteva nascere,

né si poteva morire.

 

Delos, 31 luglio 2017

 

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

Ο άνεμος

 

Οι μύλοι

υποτάσσονταν στη δύναμη του ανέμου

και ο Δον Κιχώτης δεν μπορούσε να τους

πολεμήσει, επειδή δεν ήταν δράκοι,

αλλά τόσοι πολλοί άντρες πολλαπλασιασμένοι

επί εκατό.

Ο αέραςκαταλάγιαζε τη ζέστη

και ο ήλιος χτυπούσε λιγότερο, δεν βρισκόμασταν

στη Μαντσία, αλλά σε ένα νησί των Κυκλάδων,

σε έναν κύκλο σφυροκοπημένο

από τον βορειοανατολικό άνεμο σε μια καλοκαιρινή

μέρα,

όταν οι έρωτες ωριμάζουν σαν στάχυα σιταριού.

 

IL VENTO

 

I mulini
erano proni alla forza
del vento e don Quijote 
non poteva combatterli,
perché non erano draghi,
ma tanti uomini moltiplicati 
per cento.
Il vento placava l’arsura
e il sole picchiava di meno,
non si era nella Mancha,
ma in un’isola cicladica, 
in un cerchio sferzato 
dal vento di nord-est, 
in un giorno d’estate,
quando gli amori maturano
come le spighe di grano.

 

Mykonos, 1 agosto 2017

 

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

da Giacomo Garzya, “È la vita”, Villanova di Guidonia 2024, Aletti Editore

 

Το δικό μου LOCUS AMOENUS

 

Βλέποντάς σε απροσδόκητα,

το βέλος του έρωτα

στο πλευρό σου ήταν ένα σοβαρό τραύμα

που μου έκανε να χάσω την πραγματικότητα, τη λογική,

δεν μπορώ πια να επιβιώσω,

τόσο που θα ήθελα να σε δω ξανά,

ω γυμνή σύγχρονη Άρτεμις,

να λούζεσαι στοΜελιδόνι, η μικρή

μου μαγευτική ακτή,

ακριβώς απέναντι από το Αυγό,

όπου γεννήθηκε η Αφροδίτη,

εσύ μεταμορφωμένη στο μυαλό μου,

το αγγελικό πρόσωπο,

το τέλειο στήθος στα νερά

του μύθου, το πορφυρό κοκκίνισμα

στο βλέμμα μου, όπως όταν

ο ήλιος χτυπά τα λευκά σύννεφα,

και αν μια μέρα επιστρέψεις

σε εκείνη τη μαγεία για να χαιρετήσεις

τα λείψανά μου,

γιατί εκεί θα ήθελα

τον τάφο μου από άμμο,

θα έχεις συμπόνια για μένα,

που δεν σε είχα και πέθανα,

και, στη μνήμη μου,

θα αφήσεις μια λευκή ορχιδέα,

αυτή που ανθίζει τη Μεγάλη Παρασκευή. 

 

Il MIO LOCUS AMOENUS

 

Nel vederti inattesa,

la tua freccia d’amore

nel costato fu grave ferita

da perder la realtà, il senno,

da non poter più sopravvivere

senza il tuo ricordo,

così che vorrei vederti di nuovo,

ignuda Diana moderna,

bagnarti a Melidoni, la mia

piccola baia incantata,

proprio di fronte all’Uovo,

dove nacque Afrodite,

tu trasfigurata nella mia mente,

il volto angelico,

il seno perfetto tra le acque

del mito, il rossore purpureo

alla mia vista, come quando

il sole colpisce le bianche nubi,

e se un giorno tu tornassi

in quell’incanto a salutare le mie

spoglie,

perché è lì che vorrei

il mio tumulo di sabbia,

nutrirai compassione per me,

che non ti ebbi e ne morii

e, in mio ricordo,

lascerai un’orchidea bianca,

quella che fiorisce il Venerdì Santo.

 

Trieste, 7 aprile 2023

 

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

Αρέθουσα

 

Της ημέρας που γεννιέται,

τα πρώτα φώτα

μου είναι πιο αγαπητά,

έχουν το χρυσάφι στο στόμα

του χαμόγελού σου, Αρέθουσα,

στην Άρτεμη αφιερωμένη

ανοιχτά μαλλιά, χρυσά

σαν το σέλας σήμερα,

ένας καθαρός, αγνός ουρανός,

όπως το γλυκό νερό σου,

που πηγάζει στην Ορτίγια

και ενώνεται

με εκείνο του αγαπημένου σου Αλφειού.

Εσύ πηγή της χαράς μου,

καρποφόρα της αιώνας αγάπης,

στο τραγούδι τόσων ποιητών

που κοσμούν το όνομά σου.

 

ARETUSA

 

Del giorno nascente,

le prime luci

sono a me più care,

hanno l’oro in bocca

del tuo sorriso, o Aretusa,

a Artemide devota,

i capelli chiari, dorati,

come l’aurora oggi, 

un cielo terso, puro,

come l’acqua tua dolce,

che sgorga a Ortigia

e si congiunge

con quella dell’amato Alfeo.

Tu fonte della mia gioia,

feconda d’amore perenne,

nel canto di tanti poeti

a ornare il tuo nome.

 

Trieste, 25 aprile 2023 – Siracusa, 22 agosto 2024

 

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Lascia un commento

Il tuo indirizzo email non sarà pubblicato. I campi obbligatori sono contrassegnati *